ΒΡΕ ΚΑΛΩΣ ΤΟ ΜΟΥ!

Ronin.gr - widget IP και λειτουργικού

27 Απρ 2013

EURO killer Ή ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ: ΔΡΑΧΜΟΦΟΝΙΑΣ



Αχ ιταλέ, για σένα τα γράφω…
Γιατί μη νομίζεις, δεν είναι και τόσο ανώδυνα όσα πέρασα. Ειδικά για τον καμένο αυτό, είπα πως ήταν η χειρότερη εμπειρία μου!

Κεφάλαιο ενδέκατο: ο τσιγκούνης

Φίλη από τα παιδικά μου χρόνια, έχει τη γιορτή της. Είχα να τη δω χρόνια, είχε κάνει και δυο παιδάκια, λέω ας πάω στη γιορτή της.
Και πάω. Έχει πολύ κόσμο, χαίρεται πραγματικά που με βλέπει, εξαιρετικός ο άντρας της, μου ζητά την άλλη Κυριακή να πάω να φάμε. Η μαμά μου και η μαμά της φίλης μου είναι κολλητές πάνω από τριάντα χρόνια. Το ίδιο και εγώ με τη Φανή.
Το λέω στη μαμά μου πως την Κυριακή θα φάω στης Φανής, πάμε και παίρνουμε δώρα για τα παιδιά και την Κυριακή πάω τη μαμά στο ισόγειο που μένει η φιλενάδα της και ανεβαίνω εγώ στο δεύτερο που μένει η Φανή.
Περνάμε πολύ ωραία, κατεβαίνουμε και στη μαμά της και αργά το βράδυ επιστρέφουμε στα σπίτια μας.
Την άλλη Πέμπτη μου τηλεφωνεί η Φανή και θέλει να πάμε παρέα σε μια σύναξη συναδέλφων της. Γιατί καλέ, δεν παίρνεις τον άντρα σου και παίρνεις εμένα; Τη ρωτάω και μη μου πείτε ότι είχα άδικο; Γιατί ο άντρας της θα κρατούσε τα παιδιά. Γιατί δεν τα κρατάει η μάνα σου; Από κάτω μένει. Παράλογο το ερώτημα; Γιατί η μάνα της ήταν στην Κρήτη. Με τα πολλά και με τα λίγα, με πείθει και ετοιμάζομαι να πάω μαζί της στο ταβερνάκι που θα πήγαινε με τους συναδέλφους της.
Επειδή εδώ θα παρεξηγηθούν οι φίλοι εκπαιδευτικοί, θα ξεκαθαρίσω ότι ένα κάτι με τους εκπαιδευτικούς το έχω. Και αυτό γιατί η εμπειρία μου, μου έχει διδάξει πως έχουν ένα δικό τους τρόπο να σκέφτονται. Και ο τρόπος αυτός δε μου αρέσει καθόλου. Τη Φανή την ήξερα από μικρή και δεν μπορώ να τη δω σα δασκάλα. Αλλά αν τη γνώριζα τώρα, δε θα γινόμουν φίλη της με τίποτα. Όχι για άλλο λόγο, αλλά γιατί είναι δασκάλα. Θα ήμουν εξαιρετικά επιφυλακτική και προσεκτική και δε θα επεδίωκα πολλά πολλά…
Ας επανέλθουμε στο θέμα μας.
Πάω παίρνω τη Φανή γιατί δεν οδηγεί κιόλας η φιλενάς και κατευθυνόμαστε προς Μοσχάτο που είχαν κανονίσει…
Φτάνουμε, ωραίο το ταβερνάκι, βρίσκουμε θέσεις ανάμεσα σε μια φίλη της και το διευθυντή του σχολείου που δούλευε η Φανή.
Η Φανή με σύστησε και αυτή έπιασε κουβέντα με τη φίλη της και εγώ, τι να κάνω; με το διευθυντή! Σοβαρός, μετρημένος, περιποιητικός, κύριος.
Την άλλη μέρα το πρωί μου τηλεφωνεί στις δέκα και δέκα το πρωί η Φανή και μου λέει πως ο διευθυντής της ήθελε το τηλέφωνό μου. Λέω δως  το. Και το δίνει. Και δίνει το κινητό.
Μετά από καμιά ώρα βρίσκω αναπάντητη στο κινητό μου από άγνωστο νούμερο. Δεν το είχα ακούσει όμως να χτυπάει. Λέω, άστο, μπορεί να είναι λάθος και μόλις το κατάλαβαν να το έκλεισαν. Και εκεί που το κοίταζα, βλέπω το κινητό να ανάβει η οθόνη του, να δείχνει πάλι το νούμερο και να δείχνει αμέσως αναπάντητη. Πάλι δεν την ψυλλιάζομαι τη δουλειά. Μέχρι το μεσημέρι που έφυγα για την άλλη δουλειά είχα έξι αναπάντητες με τον ίδιο τρόπο. Ε, λέω, κάποιος που έχει παιδάκι θα έδωσε το κινητό του στο παιδί να παίξει και αυτό με πήρε ξανά και ξανά. Δε δίνω πάλι σημασία.
Που να μου πάει το μυαλό! Στην άλλη δουλειά, είχαμε ένα σουαρέ λόγω της καινούργιας χρονιάs και είχαμε χορωδίες, ένα συγκρότημα με έγχορδα και κατά τις εννέα που πάω να φύγω, τσεκάρω και βλέπω άλλες δέκα κλήσεις. Μπαίνω στο αυτοκίνητο και ξανά μανά ανάβει το κινητό και ταυτόχρονα μου δείχνει άλλη μια αναπάντητη από το άγνωστο νούμερο. Δεν πειράζει σκέφτομαι, ας πάρω να τους πω πως μου άλλαξαν τα φώτα στις αναπάντητες.
Καλώ το νούμερο, απαντά ένας κύριος και μου λέει:
-Ρία τι κάνεις;
-Ποιος είναι; Ρωτώ.
-Ο Μελέτης.
-Ποιος Μελέτης;
Mελέτης ο διευθυντής της Φανής από την ταβέρνα χθες βράδυ…
-Α, μάλιστα, τι κάνετε;
-Καλά είμαι. Δεν έχεις ένα σταθερό να σου τηλεφωνήσω;
-Έχω αλλά είμαι στο δρόμο και θα φτάσω σπίτι σε καμιά ώρα.
-Ε δως το μου και θα σε πάρω σε μια ώρα.
Ούτε σε αυτό το σημείο υποψιάστηκα κάτι. Μπορεί να ήθελε να φάει, να κάνει μπάνιο, να δει ειδήσεις…
Κλείνω, φτάνω σπίτι μου και ενώ είμαι στο μπάνιο, βλέπω να φωτίζεται το κινητό στην εταζέρα του μπάνιου και να κλείνει πάλι.
Τυλίγομαι με το μπουρνούζι, το κοιτώ, όπως μαντέψατε, είναι ο Μελέτης.
Τον παίρνω πίσω.
-Ρία δεν έφτασες ακόμα σπίτι;
-Σπίτι είμαι εδώ και κανένα τέταρτο. Σου έδωσα το νούμερο γιατί δε με πήρες;
-Παίρνω και δεν απαντάς και δοκίμασα και στο κινητό.
-Ήμουν στο μπάνιο και με το νερό να τρέχει δεν το άκουσα το σταθερό.
-Κλείσε σε παίρνω.
Και με παίρνει. Μιλάμε για πολλά, δίνουμε ραντεβού την Παρασκευή το βράδυ να πάμε για ποτό. Έμενε και σχετικά κοντά δώσαμε ραντεβού στο Παγκράτι. Παίρνω το αυτοκίνητο και πάω.
Με περίμενε. Θετικό αυτό. Πάμε σε ένα μπαράκι, παραγγέλνουμε, έρχονται τα ποτά, τα πίνουμε και κάνω νόημα στο σερβιτόρο να μας φέρει άλλον ένα γύρο. Έρχονται τα ποτά, φέρνει το παιδί και το δεύτερο χαρτάκι με το λογαριασμό.
Επειδή είμαι και άμαθη με τα δυο μαρτινάκια άρχισα να ζαλίζομαι. Του εξηγώ ότι είμαι κουρασμένη και να πηγαίνουμε. Πληρώνει, παίρνει τις αποδείξεις και προλαβαίνω να δω πως ο λογαριασμός ήταν 28 ευρώ. Του δίνει το γκαρσόνι το δίευρο πίσω και αυτός το βάζει στην τσέπη του. Δεν αφήνει φιλοδώρημα.
Μου γυρνάει το μάτι αλλά δε λέω τίποτα γιατί έχω και τρόπους.
Πάω προς το αυτοκίνητό μου.
-Γιατί ήρθες με το αυτοκίνητο; Νόμιζα πως έμενες κοντά.
-Κοντά μένω αλλά μες τη νύχτα δε θα περπατώ μόνη στα σκοτάδια. Φοβάμαι λιγάκι. Και με τα τακούνια δεν μπορώ και να τρέξω γρήγορα…
-Και η βενζίνη, η φθορά του αυτοκινήτου, τα έξοδα;
-Ποια έξοδα καλέ, μπροστά στην ακεραιτότητα μου;
Τον καληνυχτίζω χωρίς να πάει το μυαλό μου στο φλέγον θέμα γιατί όπως σας προείπα είχα πιει και δυο μαρτινάκια με τις ελίτσες τους, τα λεμονάκια τους και ήμουν και νηστική!
Την παράλλη μέρα, μέχρι να το πάρω χαμπάρι γύρω στις ένδεκα, είχα πέντε αναπάντητες από το Μελέτη.
Του τηλεφωνώ, μου δίνει χωρίς να το ζητήσω το τηλέφωνο στο γραφείο του. Σκέφτομαι και εγώ το χαϊβάνι, πως δε θέλει να ακτινοβολείται με το κινητό. Και αυτό κόλλαγε στον τρόπο σκέψης των εκπαιδευτικών. Του τηλεφωνώ από το γραφείο και μου λέει να πάμε για φαγητό. Και δεν πάμε; Είναι γνωστό πως σιχαίνομαι το μαγείρεμα, οπότε δε λέω ποτέ όχι για φαγητό έξω.
Δίνουμε ραντεβού πάλι στο Παγκράτι. Πάω με το τουτού, παρότι ήταν μέρα. Παρκάρω, κλειδώνω, πάω στο σημείο του ραντεβού.
Με πιάνει αγκαζέ ο Μελέτης, ρίχνουμε ένα τέταρτο ποδαρόδρομο και με πάει σε κουτούκι που δε θα πήγαινα ποτέ μόνη μου. Υπόγειο, μικρό, μίζερο και όχι ιδιαίτερα καθαρό.
Έχω αρχίσει να φορτώνω. Πας ρε φίλε μια γυναίκα να την εντυπωσιάσεις και τη φέρνεις σε ένα τέτοιο μέρος;
Δεν έχω διάθεση να μείνω και βγαίνει όλη η μέγαιρα από μέσα μου.
-Καλέ τι αχούρι είναι αυτό που μ’ έφερες;
-Έχει καλή κουζίνα και οικονομική.
-Τι καλή κουζίνα ρε Μελέτη, αφού είναι αμφίβολης καθαριότητας εκεί που είναι η βιτρίνα δηλαδή στην τραπεζαρία και θα είναι καθαρά στην κουζίνα που δεν τη βλέπει και κανένας;
-Έχει καλές τιμές και παραβλέπεις μερικά πράγματα…
-Σιγά μην παραβλέπω. Καλύτερα να φάω στα goodys που είναι πλαστικό το φαγητό παρά εδώ. Εγώ εδώ δεν κάθομαι.
-Έλα βρε Ρία, θα δεις, οι τιμές είναι ασυναγώνιστες.
Εκεί το έπιασα το υπονοούμενο.
-Εγώ δεν επηρεάζομαι από τις τιμές, αλλά από αυτό που βλέπω! και γυρνώ να φύγω.
Έρχεται πίσω μου στη σκάλα.
Μου έρχεται μια φλασιά και τον ρωτώ.
-Όταν μου πρωτοτηλεφώνησες, μου έκανες αναπάντητες ή απλά δεν είχες το θάρρος να με καλέσεις και ενώ έπαιρνες το έκλεινες γιατί το μετάνιωνες;

Ναι παιδιά, όσο χαζό και αν είναι, αυτό είχα σκεφτεί μετά που διαπίστωσα ότι ήταν ο Μελέτης.

-Σου έκανα αναπάντητη μου απαντά.
-Αυτοκίνητο έχεις;
-Όχι.
-Είσαι ένα άτομο, παίρνεις τόσα λεφτά και δεν έχεις αυτοκίνητο;
-Έχει πολλά έξοδα.
Εν τω μεταξύ, κοιτούσα για ταξί. Βρίσκω ένα, του κάνω σήμα.
-Έχεις το αυτοκίνητό σου εδώ, μου λέει.
-Το ξέρω. Για να πάω στο αυτοκίνητό μου το θέλω.
-Και θα δώσεις τρία ευρώ για να πας δυο χιλιόμετρα; Ξέρεις πόσο είναι τρία ευρώ; Είναι ένα χιλιάρικο.
-Και που να δεις που θα πάω μετά. Του λέω. Θα πάω στην Ιθάκη να φάω τον αστακό μου, γιατί όσο αξίζω εγώ, δεν αξίζουν του κόσμου όλου τα χιλιάρικα!!!
Και μπαίνω στο ταξί. Τηλεφωνώ από το κινητό μου στη Φανή.
-Το βράδυ που με κάλεσες στο τραπέζι με τους συναδέλφους σου, ήταν τυχαία η συνάντηση με το διευθυντή σου ή επίτηδες;
-Επίτηδες. Του είπα την άλλη μέρα πως είδα μια παλιά μου φίλη μετά από μερικά χρόνια που είχαμε να ιδωθούμε, πόσο δεν είχες αλλάξει και επειδή είναι γεροντοπαλίκαρο, ήθελα να σας φέρω κοντά.
-Αναρωτήθηκες γιατί είναι γεροντοπαλίκαρο;
-Γιατί δε βρήκε τη γυναίκα που του ταιριάζει
-Όχι, γιατί είναι ταλιροφονιάς Φανή μου και της εξιστορώ τα καθέκαστα. Η κοπέλα ακόμα ζητάει συγνώμη…


24 Απρ 2013

ΗΡΘΕ ΜΕ e mail !

Του Νίκου Δήμου. Σε πρώτη μορφή είχε δημοσιευτεί στο περιοδικό "Ταχυδρόμος" το 1979 με άλλον τίτλο (Φαλλοκράτες όλης της γης ενωθείτε) που τον είχε βάλει η σύνταξη του περιοδικού. Μετά άρχισε να κυκλοφορεί σε λαθραία φωτοτυπημένα αντίτυπα, μέχρι που ενσωματώθηκε στο βιβλίο "Σάτιρες" (Νεφέλη 1993). Όμως η κλεψιτυπία συνεχίστηκε και στο Internet, όπου κυκλοφορεί τώρα ανώνυμο με παραλείψεις και με λάθη! 
 
1.
Είμαστε το «ισχυρό φύλο». Και ζούμε - σε μέσο όρο - επτά χρόνια λιγότερο από το «ασθενές».
2.
Σκεφθείτε: επτά ολόκληρα χρόνια ζωής. Η επαχθέστερη φυλετική διάκριση που έγινε ποτέ.
3.
Και μόνο τα επτά χρόνια αρκούν για να καταρρεύσει ο μύθος της καταπίεσης. Πού ακούστηκε οι καταπιεζόμενοι να ζουν περισσότερο από τους καταπιεστές;
4.
Φαινομενικά μοιάζει να σας καταπιέζουμε - εξωτερικά. Αυτό όμως, κυρίες μου, είναι δική σας επινόηση. Όπως οι τρομοκράτες προκαλούν τις δικτατορίες που τους βοηθάνε να καταλήξουν κάποτε στη λαϊκή κυριαρχία, έτσι κι εσείς μας εγκαταστήσατε «κυρίαρχους», για να δημιουργήσετε την τρομοκρατία της ενοχής.
5.
Και ισχυρότερη καταπίεση από αυτήν της ενοχής δεν υπάρχει.
6.
'Aντρας σημαίνει ένοχος. Για όλα.
7.
Αρχίζετε τη μαζική παραγωγή και διανομή ενοχής σαν μητέρες. Και συνεχίζετε σαν αδελφές, ερωμένες, σύζυγοι . . .
8.
Από όλα τα πολυεθνικά μονοπώλια το πιο αλλοτριωτικό είναι το μονοπώλιο της ενοχής. Και το έχετε εσείς!
9.
Η ενοχή είναι που μας κόβει επτά χρόνια. Η ενοχή φέρνει τα εμφράγματα και τα έλκη.
10.
Χάρη σε σας νοιώθουμε πάντα ένοχοι. Από τη στιγμή που δεν θα βάλουμε το πουλόβερ μας (Γιαννάκη! θα με πεθάνεις!) ως τη στιγμή που πεθαίνουμε (Γιάννη μου, πού με αφήνεις!) Έτσι που του έρχεται του Γιάννη να ζητήσει συγγνώμη...
11.
Ένοχοι όταν σας αγκαλιάζουμε (σας πνίγουμε). Όταν δεν σας αγκαλιάζουμε (αδιαφορούμε). Όταν αφήνουμε τη μαμά μας (εγώ που έδωσα τη ζωή μου για σένα!). Όταν δεν την αφήνουμε (μα επιτέλους, άντρας είσαι εσύ;). Όταν σας παντρευόμαστε (σου έδωσα τα καλύτερά μου χρόνια!) κι όταν - οϊμέ! - δεν σας παντρευόμαστε (το αυτό, πιο δραματικά). Όταν σας πηδάμε (με πλάνεψες, με ζάλισες, με παρέσυρες!) κι όταν δεν σας πηδάμε (κατάλαβα - δεν μπορείς!). Όταν είμαστε ευγενείς (τοιούτος είναι;) κι όταν δεν είμαστε (τι αγροίκος!). Κι αλίμονο αν στην ευγενή πράξη της συνουσίας δε δεήσει να σας επισκεφθεί ο οργασμός. Ένοχοι εμείς και για αυτό. Αποκλειστικά. (Δεν τα καταφέρνεις, χρυσέ μου!).
12.
Κι έχουμε και το καθημερινό ξύρισμα...
 
13.
Η ενοχή μας αγκαλιάζει τα πάντα: φταίμε για τον πληθωρισμό, για τους πολέμους, για την ενεργειακή κρίση - ακόμα και για τον καιρό.
14.
Στην πραγματικότητα η μητριαρχία ουδέποτε έληξε. 'Aλλαξε μόνο μορφή. Από την ωμή δικτατορία του ρόπαλου, έγινε η εξευγενισμένη τυραννία των πλεγμάτων.
15.
«Πίσω από κάθε μεγάλο άντρα υπάρχει μια γυναίκα» Ίσως. Αλλά οπωσδήποτε πίσω από κάθε νευρωτικό, μαμόθρεφτο, αναποφάσιστο, ευνουχισμένο, κακομοίρη άντρα υπάρχει σίγουρα μια γυναίκα.
16.
Η κοινωνιολογική έρευνα έχει αποδείξει πως το 85% των αποφάσεων της οικογένειας παίρνονται άμεσα ή έμμεσα από τις γυναίκες (κυρίως έμμεσα).
17.
Αριστουργήματα μακιαβελικής πολιτικής. Μας υποβάλλετε την απόφασή σας και μετά (αν τα πράγματα δεν πάνε καλά) μας θεωρείτε υπεύθυνους για αυτή.
18.
Κι έχουμε και το καθημερινό ξύρισμα...
 
19.
Η φεμινιστική προπαγάνδα μας έχει ζαλίσει με την εικόνα της γυναίκας σκλάβας - που τρώει τα χέρια της στη μπουγάδα...
20.
Και η εικόνα του άντρα υποζυγίου (του κουβαλητή) που δουλεύει για να χάνει η κυρία του στο κουμ-καν?
21.
Φανερό είναι πως υπάρχουν αρκετές γυναίκες που δε σκοτώνονται για το νοικοκυριό. Ίσως να υπάρχουν κι άλλες που δεν παίζουν κουμ-καν. Αλλά άντρες μη κουβαλητές δεν υπάρχουν.
22.
Και δε φτάνει που ζείτε επτά χρόνια περισσότερο από μας, είστε και προνομιούχες στον έρωτα.
23.
Οι γυναίκες είναι ικανές για απεριόριστο αριθμό οργασμών την ημέρα - εσείς, κύριε, μπορείτε τρίπαξ?
24.
Και με τη νέα σεξουαλική επανάσταση έχουν κατορθώσει να μας περάσουν όλη την ευθύνη για την ικανοποίησή τους.
25.
Έτσι αν η κυρία είναι βραδυφλεγής, είσαι υποχρεωμένος να δουλεύεις δύο ώρες σαν χαμάλης - χρησιμοποιώντας όλες τις τεχνικές του Alex Comfort, των Masters και Johnson της Καμασούτρα και του Σουκιγιάκι για να χτυπήσουν κάποτε οι καμπάνες.
26.
Αν δεν χτυπήσουν φταίει ο κωδωνοκρούστης. Ποτέ ο κώδων.
27.
Και το τραγικότερο προνόμιο; Μια γυναίκα δεν είναι ποτέ ανίκανη (ή και αν κάποτε έτσι νοιώσει - δεν φαίνεται).
28.
Α! Η τρομακτική τρωτότης του γυμνού άντρα - όπου μπορείτε με μια ματιά να προσμετρήσετε την ψυχική του κατάσταση!
29.
Κι έχουμε και το καθημερινό ξύρισμα...
 
30.
Λένε πως το ωραιότερο πράγμα στον κόσμο είναι να κάνεις το κέφι σου και να σε πληρώνουν για αυτό.
31.
Υπάρχει πιο μεγάλο κέφι από τον έρωτα;
32.
Αλλά ποιον πληρώνουν για αυτό; Όχι βέβαια τους άντρες . . .
33.
Οι μεγάλες εταίρες είναι η κορυφαία στιγμή της γυναικείας παντοδυναμίας.
34.
Γοήτευαν, γλεντούσαν, κυβερνούσαν, διάλεγαν τους εραστές τους και αποσπούσαν περιουσίες για να δίνουν αυτό που η φύση χαρίζει δωρεάν σε όλους.
35.
Σαν να τιμολογούμε τον ήλιο ή το οξυγόνο.
36.
Αλλά και οι ταπεινές πόρνες είναι απόδειξη δύναμης. Γιατί - ποιος πληρώνει ποιον; Αυτός που έχει ανάγκη.
37.
Κι εσείς, κυρίες μου, δεν είχατε ποτέ ανάγκη. Ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης πάντα μεροληπτούσε για σας.
38.
Κι έχουμε και το καθημερινό ξύρισμα...
39.
Οι γυναίκες καταναλώνουν τετραπλάσιο εισόδημα από αυτό που παράγουν (μαζί με τα οικιακά). Κατ’ επέκταση οι άντρες απολαμβάνουν το ένα τέταρτο της δουλειάς τους (πού είσαι Μαρξ με την υπεραξία σου... Να δεις ποιος δουλεύει... ή μάλλον ποιος δουλεύει ποιον!!)
40.
Δύο πράγματα μισούσα στη ζωή μου - το στρατιωτικό και την εργασία. Και μ’ έπιανε ζάλη όταν σκεφτόμουν πως το ωραίο φύλο - αυτονόητα - δεν είχε υποχρέωση ούτε για το ένα, ούτε για το άλλο.
 
41.
Οι γυναίκες παραπονιούνται πως δεν πληρώνονται σαν άντρες. Έχετε δει όμως πολλές γυναίκες να εργάζονται «σαν άντρες».
42.
Μια στατιστική αναφέρει πως οι γυναίκες απατούν τους άντρες σε μικρότερο ποσοστό (35% έναντι 48%).
43.
Μια άλλη στατιστική όμως λέει πως οι γυναίκες λένε ψέματα σε μεγαλύτερο ποσοστό (58% έναντι 22%).
44.
'Aρα η πρώτη στατιστική είναι ψευδής κατά 58%. 'Aρα οι γυναίκες απατούν τους άντρες τους σε μεγαλύτερο ποσοστό.
45.
'Aλλωστε απάτη δεν είναι να κοιμάσαι με κάποιον άλλο - απάτη είναι να λες ψέματα.
46.
Παρατηρήστε τα ζευγάρια σε μια λουτρόπολη. Όσο περνάνε τα χρόνια ο μέσος άντρας ολισθαίνει βαθμιαία στο ρόλο του ταλαιπωρημένου, ηλικιωμένου, καρτερικού συνταξιούχου. Είναι γεμάτος παραίτηση, εγκαρτέρηση και υποταγή.
47.
Ενώ όσο περνάνε τα χρόνια η μέση γυναίκα μεταμορφώνεται σε μέγαιρα. Απαιτητική, φωνακλού, υστερική, αυταρχική, καταπιεστική... πεθερά.
48.
Όσο περνούν τα χρόνια το κάθε φύλο δείχνει το πραγματικό του πρόσωπο.
49.
Και το δικό μας πρόσωπο θέλει και καθημερινό ξύρισμα!
50.
Αφού όμως οι γυναίκες είναι το ισχυρό φύλο, τότε τι χρειάζεται η απελευθέρωση της γυναίκας;
51.
Η απελευθέρωση της γυναίκας είναι για τις γυναίκες η μεγαλύτερη παγίδα - και για μας η τελευταία ελπίδα.
52.
Έτσι και ολοκληρωθεί, σωθήκαμε! Τι είναι το να πλύνεις τρία πιάτα, μπροστά στο να κουβαλάς όλες τις ευθύνες (και την ενοχή) του κόσμου?
53.
Φαινομενικά η απελευθέρωση της γυναίκας θέλει να καταρρίψει την εξωτερική καταπίεση - ελπίζοντας πως θα συντηρήσει την εσωτερική.
54.
Αλλά αυτό είναι λάθος. Το δίχτυ της ενοχής είναι αποκλειστικό όπλο του υποτιθέμενου αδύναμου. Μόλις δυναμώσουν θα το χάσουν. Και θα λυθούν τα νήματα που μας κινούν (ή μας δένουν).
55.
Έτσι η «απελευθέρωση» της γυναίκας θα γίνει η απελευθέρωση του άντρα.
56.
(Και θα πάψω επιτέλους να ανοίγω τις πόρτες και να κρατάω παλτά. Ποτέ δεν κατάλαβα το γιατί.)
57.
Ζήτω λοιπόν η απελευθέρωση της γυναίκας! Μια δεκαετία αφού ολοκληρωθεί, θα δείτεποιος θα ζει επτά χρόνια παραπάνω.
58.
Θα δείτε ποιος θα αισθάνεται ένοχος όταν (και οπότε) δεν υφίσταται ερωτική διέγερση.
59.
Θα δείτε ποιος θα βγάζει χαρτζιλίκι κάνοντας το (κατά εξοχήν) κέφι του...
60.
Φαλλοκράτες όλου του κόσμου ενωθείτε. Κρατήστε λίγο ακόμα τους φαλλούς σας (ξέρω πόσο δύσκολο είναι).
61.
Αφήστε τις γυναίκες να μαίνονται κατά των φαλλών. Θα τους κάνουν έτσι είδος «ουσιώδες εν ανεπαρκεία»
62.
Μόνον τότε οι φαλλοί πραγματικά θα κυβερνήσουν τον κόσμο!

19 Απρ 2013

KΑΘΥΣΤΕΡΗΣΕΙΣ



Κάθε πρωί τέτοιο καιρό, καθυστερώ στη δουλειά.
Οι αιτίες είναι πολλές.


Τα ξενύχτια. Αυτή η χρονιά δεν μπήκε και με τους καλύτερους οιωνούς, αλλά όσον αφορά την κοινωνικότητά μου, χτύπησε κόκκινο. Κατά μέσο όρο, ξενυχτώ δυο φορές την εβδομάδα. Έξοδοι, κόσμος στο σπίτι, μαζώξεις σε φιλικά σπίτια, επαγγελματικές συναντήσεις που καταλήγουν σε δείπνο και ποτό…
… έχουν ως αποτέλεσμα να στερούμαι τον ύπνο που τρέφει τα παιδιά. Και μπορεί ηλικιακά να μην είμαι στη νιότη μου, ψυχικά αισθάνομαι μπεμπέκα και έχω ανάγκη ύπνου. Έχει τύχει φέτος να πάω στη δουλειά μου χωρίς ούτε δέκα λεπτά ύπνου το προηγούμενο 24ωρο, ουκ ολίγες φορές.

Η θέα. Από το παράθυρο του μπάνιου μου, κάθε πρωί, βλέπω το φως να απλώνεται στην πόλη σιγά σιγά.
Η Αθήνα φωτίζεται σταδιακά από τον ήλιο. Ο ουρανός αρχίζει να ξανανοίγει και τα τελευταία αστέρια παύουν να φαίνονται. Ροδίζει ο Υμηττός, αρχίζει να λαμπυρίζει η Πεντέλη, αχνοφαίνεται η Πάρνηθα και διαγράφονται τα σπίτια που σβήνουν τα φώτα τους το ένα μετά το άλλο. Η θάλασσα αρχίζει να διακρίνεται και τα φώτα των πλοίων που λάμπουν στο σκοτάδι ξεθωριάζουν και σχηματίζονται οι όγκοι τους που πλέουν προς το λιμάνι του Πειραιά με μια αρχοντική μεγαλοπρέπεια. Την ώρα που κάνω μπάνιο, ξεχωρίζουν τα μεγάλα κτίρια, βλέπεις τα φώτα της πόλης να σβήνουν σταδιακά και εγώ ψάχνω δικαιολογία να καθίσω λίγο πιο πολύ στο μπάνιο να απολαμβάνω τη θέα της πόλης που ξυπνά. Να ξεβγάλω λίγο καλύτερα το κοντίσιονερ, να ρίξω για λίγο περισσότερη ώρα ζεστό νερό στην πλάτη μου, να ανοίξουν τα πνευμόνια μου από τους υδρατμούς…
… και μετά τρέχω να χτενιστώ, να ντυθώ, να ξεκινήσω έγκαιρα για να μην καθυστερήσω στην κίνηση και φτάσω στη δουλειά αργά.

Οι νερατζιές. Αυτό με σκοτώνει κάθε πρωί. Τώρα που έχουν ανθίσει οι νερατζιές, πορτοκαλιές, λεμονιές, ότι τέλος πάντων είναι τα δέντρα στους δρόμους, η μυρωδιά τους με μεθά. Με το που μπαίνω στο αυτοκίνητο, ανοίγω τα παράθυρα και απολαμβάνω το άρωμά τους. Βρίσκω χίλιες δυο ηλίθιες δικαιολογίες να καθυστερήσω να βγω από το πάρκινγκ για να απολαύσω την ευωδία τους περισσότερο. Βάζω μπρος το αυτοκίνητο να ζεστάνω τη μηχανή (λες και χρειάζεται), βγαίνω από το αυτοκίνητο να ανοίξω την πόρτα του γκαράζ (λες και δεν πιάνει το τηλεκοντρόλ), ελέγχω εξονυχιστικά το δρόμο πριν ξεπαρκάρω (λες και βγαίνω στην Κηφισίας σε ώρα αιχμής), οδηγώ αργά (λες και από τα στενάκια θα ξεπηδήσουν αυτοκίνητα που κυνηγιούνται όπως στις ταινίες του James Bond), περνώ με χαμηλή ταχύτητα στα στενά (λες και στις έξι και μισή θα παίζουν τα παιδιά με τις μπάλες στο δρόμο). Μέχρι να βγω στη λεωφόρο έχω χάσει ένα δεκάλεπτο απολαμβάνοντας το μεθυστικό άρωμα των λουλουδιασμένων νερατζοπορτοκαλολεμονιών…
…και μετά τρέχω σαν τρελή και κάνω σφήνες για να είμαι στην ώρα μου.
(που δεν είμαι)
Άντε φιλάκια και καλό σαββατοκύριακο!

13 Απρ 2013

ΚΡΑΤΗΘΕΙΤΕ, ΕΡΧΕΤΑΙ ΚΑΜΕΝΟΣ...



Κεφάλαιο δέκατο: ο κατακαρβουνιασμένος.

Είναι καλοκαίρι. Έχω επιστρέψει από νησί που ήμουν διακοπές μετά του υιού, έχω τακτοποιήσει τα του σπιτιού  μου και μου σκάει το παραμύθι η μαμά μου, πως πρέπει να πάω στην Καρδίτσα το σαββατοκύριακο για να παρευρεθώ στο γάμο ενός ανιψιού του μπαμπά μου, που όταν ο ντάντυ ήταν στη μονάδα εντατικής θεραπείας, το παιδί αυτό, είχε έρθει πολλές φορές και είχε δώσει και αίμα για το μπαμπά, παρότι δε χρειάστηκε. Είχε πει πως το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν αυτό και χωρίς να μας ζητήσουν οι γιατροί αίμα πήγε και έδωσε. Δεν το χρειάστηκε ο μπαμπάς, αλλά και να χρειαζόταν, εγώ είμαι αιμοδότης και έχω κάρτα. Πάντως η χειρονομία μέτρησε.
Το παιδί το ήξερα, συνάδελφος υπαξιωματικός που υπηρετούσε στη Λάρισα. Ο γάμος θα γινόταν σε ένα γκαραγκουνοχώρι στην Καρδίτσα γιατί από εκεί ήταν η νύφη. Η μαμά λόγω πένθους δε θα πήγαινε, όμως εγώ έπρεπε να εκπροσωπήσω την οικογένεια.
Ρωτώ το βλαστάρι μου αν θα με συνοδέψει. Εισπράττω ένα βλέμμα δολοφονικό και το πιάνω το υπονοούμενο.
Την άλλη μέρα, αχάραγα δηλαδή, ξεκινώ για τις εξωτικές καρδιτσίους νήσους. Επτά και μισή είμαι στην πρωτεύουσα του νομού (πως τα λέω, το άτιμο!). Πάω κομμωτήριο, ανεβαίνω στο χωριό, κοιμάμαι κανά δυο ώρες και παίρνω τη χήρα θεία και ξανακατεβαίνω από τα χίλια μέτρα υψόμετρο, για να βρω το γκαραγκουνοχώρι.
Δρόμο πιάνω, δρόμο αφήνω, φτάνουμε τελικά. Μεταξύ μας, πολύ ωραία η διαδρομή.
Τελείως καρακαμπίλα, να βλέπεις
απέραντες εκτάσεις καλλιεργημένες, να περνάς από χωριά με τα γουρουνάκια να κυκλοφορούν ελεύθερα στα χωράφια, να βλέπεις μικρές λιμνούλες με πάπιες, κοπάδια χήνες να περπατούν στο δρόμο. Πολύ γραφικά και όμορφα. Δεν είχα ξαναπάει σε πεδινά χωριά και μάλιστα από δρόμο επαρχιακό. Ωραία ήταν. Θα το ξανακάνω!
Φτάνουμε στο χωριό, με βάζουν με μαντήλι στο αυτοκίνητο και πίσω από το αυτοκίνητο του γαμπρού γιατί ήμουν βλάμισσα, αυτό δεν το ήξερα, μου είπε η θεία μου, πως είναι οι στενοί συγγενείς και φίλοι του γαμπρού που τον συνοδεύουν στο γάμο και ξεκινά κομβόι για το χωριό της νύφης. Πάλι εξαιρετική η διαδρομή.
Γίνεται ο γάμος και επιστρέφουμε στην πόλη σε ένα γκράντε επαρχιακό μαγαζί για το  γλέντι.
Παραδόξως είδα και μερικούς συναδέλφους από τη Λάρισα που είχαμε περάσει μαζί το σχολείο για να γίνουμε επισμηναγοί και παραδόξως επίσης, τους θυμήθηκα κιόλας.
Ήταν και ένας ωραίος στο γάμο και στο γλέντι που μου άρεσε. Εμφανισιακά, πολύ πολύ καλός.
Ρώτησα τη θεία μου μήπως τον ήξερε, δεν ήταν από το σόι μας, καλό αυτό, γιατί σε έναν άλλο γάμο στην Αθήνα, φλέρταρα με κάποιον και έρχεται ο μπαμπάς μου και αγκαλιές και φιλιά με τον τύπο, τον είχα ξάδερφο δεύτερο… πάθαμε και οι δυο ένα σοκ! Δεν ξαναμιλήσαμε από τότε γιατί ο ερωτισμός μεταξύ μας ήταν απτός και δε μου πάει η αιμομιξία!
Επανερχόμαστε στον τύπο από το γάμο που μου αρέσει. Με κοιτά συνεχώς. Βγαίνω έξω να μιλήσω στο κινητό, τον βλέπω να με ψάχνει. Πάω στην τουαλέτα, μου λέει η θεία μου σηκώθηκε και έψαχνε με το βλέμμα του να δει που είμαι. Βγήκε έξω και ξαναμπήκε μόλις είδε το αυτοκίνητό μου παρκαρισμένο. Μόλις ξαναμπήκα στην αίθουσα, έκανε τον αδιάφορο. Είχα τον ανταποκριτή μου στο χώρο!
Σηκώθηκαν χόρεψαν, εγώ δημοτικά δεν ξέρω, πάω με το ρυθμό αλλά από βήματα νιέντε! Οπότε έμεινα στο τραπέζι και έκανα και βόλτες στα άλλα.
Ο τύπος καθόταν με κάτι γνωστούς μου, πήγα χαιρέτησα τους γνωστούς μου, δεν τον ήξεραν προφανώς γιατί κανείς δε μου τον σύστησε.
Ξανακάθομαι στο τραπέζι με τη θεία και αρχίζουμε το κους κους και τα αστεία. Ξαφνικά μια κυρία γύρω στα εβδομήντα πλησιάζει στο τραπέζι μας.
Έρχεται δίπλα μου και τι μου λέει ρε παιδιά; Όχι τι μου λέει;;;

-Δεσποινίς, θα θέλατε να έρθετε να καθίσετε με εμένα και το γιο μου που του αρέσετε;;;

-Ποιος είναι ο γιος σας; Τη ρωτώ. μου τον δείχνει. Ήταν ο τύπος που μου άρεσε και με έτρωγε με τα μάτια του όλο το βράδυ.
-Πόσων χρόνων είναι ο γιος σας; Τη ρωτάω.
-Σαράντα έξι, μου λέει.
-Και έστειλε τη μαμά του να μου πει να καθίσω στο τραπέζι του; Ευχαριστώ δε θα πάρω, της λέω και τη στέλνω τη γυναικούλα αδιάβαστη.

Ρε κατακαρβουνιασμένε, γιατί το καμένος σου πέφτει λίγο, σου αρέσει μια γυναίκα και στέλνεις τη μαμά σου να της το πει; Για αυτό μάλλον μόνος θα είσαι, παρά την  εμφάνιση, τα χρήματα και τη θέση που έχεις. Γιατί όσο να ΄ναι, μετά ρώτησα και έμαθα για αυτόν!

9 Απρ 2013

ΓΙΑ ΝΑ ΧΑΡΟΥΝ ΚΑΙ ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΜΟΥ



 
Άντε βρε, για σας δουλεύω!
Σήμερα μπορείτε να χαρείτε. Μπορείτε να πάρετε τα χάκια σας, όπως λέμε και εμείς στις εξωτικές καρδιτσιους νήσους!
Σήμερα, την ώρα που πέρναγα από τα δωμάτια των ασθενών για να επιλύσω απορίες τους και να ελέγξω τι γίνεται, κάποιος επιτήδειος, μπήκε στο γραφείο μου, άνοιξε την τσάντα μου, βρήκε το πορτοφόλι μου και πήρε από μέσα ένα αξιοσέβαστο ποσό!

Χαρείτε, αλείψτε την κοιλιά σας με μέλι, όπως λένε και στη μεγαλόνησο και χαμογελάστε.

Χαμογελάστε εσείς γιατί εγώ είμαι με πίεση και νεύρα τόσα, που αν μου κλείσεις τη μύτη, θα εκραγώ!

Ειδοποίησα την ασφάλεια,
έκραξα το προσωπικό μου που δεν ήταν στις θέσεις τους και περίμενα κάποιον να μου πει το παραμικρό για να την πληρώσει τη νύφη.
Φαίνεται, όμως, πως μου είχε γυρίσει το μάτι και όλοι ήταν παναγίες!
Έφυγα στις πέντε από το νοσοκομείο, με τα νεύρα τσατάλια, με τα μάτια αλλήθωρα και την πίεσή μου στο Θεό.

Δε με νοιάζει για το ποσό. Πες ότι ξαναπλήρωσα το χαράτσι. Αλλά με ενοχλεί που δεν τα έφαγα εγώ. Αν είχα πάρει μια τσάντα, τρία ζευγάρια παπούτσια, δυο στυλό mon blanc, αν τα είχα ξοδέψει στο Ρέμο ή είχα πάει ένα διήμερο κάπου, δε θα με ένοιαζε. Με νοιάζει που δεν τα χάρηκα εγώ.
Ακόμα και αν κάποιος μου τα ζητούσε, θα του τα έδινα. Αλλά να του τα δώσω εγώ. Όχι να μου τα πάρει κάποιος γιατί τα βρήκε από μαλακία όσων δεν κάνουν σωστά τη δουλειά τους!

Άσε που θα μου λείψουν. Πες δε θα βγω. Δε θα ψωνίσω, δε δε δε… εγώ να είμαι καλά. Αλλά γιατί ρε φίλε να μου τα πάρεις; Εγώ τα δούλεψα, εγώ είμαι όλη μέρα μέσα στην ψευδομονάδα και την κλεμπσιέλα. Εγώ κρατάω το χέρι της μάνας σου όταν ξεψυχά. Δε σου ζητώ να με πληρώσεις. Ζητώ να μη μου πάρεις αυτά που δούλεψα.

Άντε. Τώρα που τα είπα, πάω να φτιάξω ένα χαμομήλι μπας και ηρεμήσω, γιατί αν συνεχίσω έτσι, το εγκεφαλικό δεν το γλιτώνω…


6 Απρ 2013

6 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1941 - Η ΜΑΧΗ ΣΤΟ ΟΧΥΡΟ ΡΟΥΠΕΛ – ΤΟ ΟΧΥΡΟ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ

Ημέρες και νύχτες διαρκή η γιγαντομαχία... Όλα τα ... εχθρικά κύματα θραύονται πάνω στην Ψυχή του Έλληνα Στρατιώτη.
Το πρώτο Γερμανικό πολεμικό ανακοινωθέν της 6ης Απριλίου 1941: «Τα επιτεθέντα Στρατεύματά μας, προσέκρουσαν εις πείσμονα αντίστασην. Η ικανότητα του εχθρού (Ελλήνων) για άμυνα, παραμένει αμείωτος». 

Τα ιστορικά γεγονότα: «Στις 6 Α­πρι­λί­ου 1941, απένα­ντι α­πό το Ρούπελ εί­χε α­να­πτυ­χθεί το Γερμανικό 125ο γερ­μα­νι­κό Σύ­νταγ­μα Ε­πί­λε­κτων, το ο­ποί­ο εί­χε λάβει μέ­ρος με ε­πι­τυ­χί­α, στις μά­χες της γραμ­μής Μαζινό στη Γαλ­λί­α. Σε δεύ­τε­ρη γραμ­μή η 2η Τ/Θ Γερ­μα­νι­κή και δύ­ο Βουλ­γα­ρι­κές Με­ραρ­χί­ες Πε­ζι­κού. Την Κυ­ρια­κή 6 Α­πρι­λί­ου 1941 οι Γερ­μα­νοί με το πρώ­το φως της ημέρας, αρ­χί­ζουν σφο­δρό βομ­βαρ­δι­σμό του ο­χυ­ρού με πυ­ρά πυ­ρο­βο­λι­κού.
Μι­σή ώ­ρα αρ­γό­τε­ρα, υ­πό την προ­στα­σί­α σμή­νους α­ε­ρο­σκα­φών ‘’στουκας’’, αυ­το­κι­νού­με­νο Πυ­ρο­βο­λι­κό και Πε­ζι­κό διέρ­χο­νται τον πο­τα­μό Μπιστρίτσα σε διά­φο­ρα ση­μεί­α και κα­τευ­θύ­νο­νται προς το ο­χυ­ρό. Ταυ­τό­χρο­να λέμ­βοι ε­φό­δου προ­σπα­θούν να δια­σχί­σουν τον ποταμό Στρυ­μό­να για να βρε­θούν πί­σω α­πό τα τμή­μα­τά του Ελληνικού Στρατού.
Οι τρεις πρώ­τες ό­μως θα α­κι­νη­το­ποι­η­θούν πά­νω σε συρ­μά­τι­νο πλέγ­μα που εί­χε το­πο­θε­τη­θεί για τον σκο­πό αυτό, και τα πλη­ρώ­μα­τά τους α­πο­δε­κα­τί­ζο­νται, ε­νώ οι υ­πό­λοι­ποι γυ­ρί­ζουν πί­σω.
Δευ­τέ­ρα 7 Α­πρι­λί­ου, στις έ­ξι πα­ρά τέ­ταρ­το αρ­χί­ζει και πά­λι σφο­δρός βομ­βαρ­δι­σμός Πυ­ρο­βο­λι­κού και α­ε­ρο­σκα­φών. Τα ‘’ στούκας’’ ό­μως τώ­ρα πε­τούν τό­σο χα­μη­λά, ώ­στε α­κό­μη και σή­με­ρα οι λί­γοι ε­να­πο­μείναντες στη ζω­ή πο­λε­μι­στές να θυ­μού­νται, ό­τι έ­βλε­παν τα πρό­σω­πα των πι­λό­των.
Τα γερ­μα­νι­κά τμή­μα­τα ξε­κι­νούν αλ­λά κα­θη­λώ­νο­νται ξα­νά, χω­ρίς κα­νέ­να α­πο­τέ­λε­σμα. Α­πό τις δώ­δε­κα μέ­χρι τις δύ­ο το με­ση­μέ­ρι πε­νή­ντα ε­χθρι­κά α­ε­ρο­σκά­φη βομ­βαρ­δί­ζουν τις θέ­σεις της Πυ­ρο­βο­λαρ­χί­ας του Λο­χα­γού Κυ­ρια­κί­δη, ο ο­ποί­ος ευ­ρι­σκό­με­νος ε­ντός του Κέ­ντρου Διευ­θύν­σε­ως Πυ­ρός με τον Αν­θλγό Βλά­χο, κα­τα­πλα­κώ­θη­καν α­πό τις βόμ­βες και έ­χα­σαν τη ζω­ή τους. Η γερ­μα­νι­κή διοί­κη­ση α­πό τις α­πο­γευ­μα­τι­νές ώ­ρες της ι­δί­ας η­μέ­ρας θέ­τει σε ε­φαρ­μο­γή, σχέ­διο πα­ρα­κάμ­ψε­ως των ο­χυ­ρών, α­πό την κοι­λά­δα του Στρού­μνι­τσα πο­τα­μού, προς τη λί­μνη Δοϊ­ρά­νη.
Το βρά­δυ η 2η τε­θω­ρα­κι­σμέ­νη γερ­μα­νι­κή Με­ραρ­χί­α φθά­νει στα Ελ­λη­νο-Γιου­γκο­σλα­βι­κά σύ­νο­ρα. Τρί­τη 8 Α­πρι­λί­ου, οι Γερ­μα­νοί, πα­ρά τους α­πό ε­δά­φους και α­έ­ρος σφο­δρούς βομ­βαρ­δι­σμούς, αποτυγχάνουν για ακόμη μία φορά.
Τε­τάρ­τη 9 Α­πρι­λί­ου, στις πέ­ντε το α­πό­γευ­μα, εμ­φα­νί­ζο­νται Γερ­μα­νοί αγγελιοφόροι προ του υ­ψώ­μα­τος Ούσιτα και γνω­ρί­ζο­ντας ό­τι εί­χε υ­πο­γρα­φεί η συν­θη­κο­λό­γη­ση με την Ελ­λη­νι­κή Κυ­βέρ­νη­ση στη Θεσ­σα­λο­νί­κη, α­παι­τούν την πα­ρά­δο­ση του ο­χυ­ρού.
Ο Διοι­κη­τής του «Συ­γκρο­τή­μα­τος Ρούπελ» Ταγ­μα­τάρ­χης Δου­ρά­τσος α­πο­στέλλει τον Αν­θ/λγό Δα­μια­νό α­πό το ύ­ψω­μα Οούσιτα με ε­ντο­λή, ό­πως ε­πα­κρι­βώς α­να­γρά­φε­ται στην έκ­θε­ση πο­λε­μι­κής δρά­σης του, της 12 Αυ­γού­στου 1941 να δια­μη­νύ­σει στον Γερ­μα­νό Α­ξιω­μα­τι­κό τα ε­ξής:    

ΠΡΩ­ΤΟΝ «ΤΑ Ο­ΧΥ­ΡΑ ΠΑ­ΡΑ­ΔΙ­ΔΟ­ΝΤΑΙ ΜΟ­ΝΟΝ Ο­ΤΑΝ ΚΥ­ΡΙΕΥ­ΘΩ­ΣΙΝ ΠΑ­ΡΑ ΤΟΥ Α­ΝΤΙ­ΠΑ­ΛΟΥ».
ΔΕΥ­ΤΕ­ΡΟΝ
«ΤΟΙΟΥ­ΤΩΝ ΔΙΑ­ΤΑ­ΓΩΝ ΠΕ­ΡΙ Α­ΝΑ­ΚΩ­ΧΗΣ ΣΤΕ­ΡΟΥ­ΜΕ­ΘΑ ΠΑ­ΡΑ ΤΩΝ ΙΕ­ΡΑΡ­ΧΙ­ΚΩΣ ΠΡΟ­Ϊ­ΣΤΑ­ΜΕ­ΝΩΝ ΜΑΣ ΑΡ­ΧΩΝ».         
ΤΡΙ­ΤΟΝ
«ΔΙΑ­ΤΑ­ΓΑΣ ΛΑΜ­ΒΑ­ΝΟ­ΜΕΝ ΚΑΙ Ε­ΚΤΕ­ΛΟΥ­ΜΕΝ ΜΟ­ΝΟΝ ΤΑΣ ΠΡΟ­ΕΡ­ΧΟ­ΜΕ­ΝΑΣ ΕΚ ΤΩΝ ΠΡΟ­Ϊ­ΣΤΑ­ΜΕ­ΝΩΝ ΜΑΣ ΑΡ­ΧΩΝ».     
ΤΕ­ΤΑΡ­ΤΟΝ
«Ο Α­ΓΩΝ ΘΑ ΣΥ­ΝΕ­ΧΙ­ΣΘΕΙ. ΠΑ­ΣΑ ΔΕ Α­ΠΟ­ΠΕΙ­ΡΑ ΠΡΟ­ΣΕΓ­ΓΙ­ΣΕ­ΩΣ ΤΟΥ Ο­ΧΥ­ΡΟΥ ΘΑ ΣΥ­ΝΤΡΙ­ΒΕΙ ».      
Στις 23.30 λαμ­βά­νει τη­λε­φω­νι­κά και κα­τό­πιν και εγ­γρά­φως δια­τα­γή, με την ο­ποί­α ε­ξου­σιο­δο­τεί­ται ο Ταγ­μα­τάρ­χης Δου­ρά­τσος για την υ­πο­γρα­φή συμ­φώ­νου κα­τα­παύ­σε­ως των ε­χθρο­πρα­ξιών.
Σημαία του οχυρού Ρούπελ
Ιστορική και Εθνολογική Εταιρία της Ελλάδος
Α­μέ­σως κα­λεί σε συ­γκέ­ντρω­ση τους διοι­κη­τές των Λό­χων, ό­που α­πο­φα­σί­ζε­ται ο­μό­φω­να η πα­ρα­μο­νή στο ο­χυ­ρό και η συ­νέ­χι­ση του α­γώ­να.     
Ό­μως ύ­στε­ρα α­πό ε­πι­κοι­νω­νί­α με τους προ­ϊ­στα­μέ­νους του και α­φού έ­λα­βε πλή­ρη ει­κό­να της κα­τα­στά­σε­ως α­πό την ο­ποί­α δια­πι­στώ­θη­κε το ά­σκο­πο των πα­ρα­πέ­ρα θυ­σιών, λαμ­βά­νε­ται η α­πό­φα­ση συμ­μορ­φώ­σε­ως προς τις δια­τα­γές των προ­ϊ­στα­μέ­νων του.      
Την 10 Α­πρι­λί­ου, στις 06.00 το πρω­ί με­τα­βαί­νει ο Τ/χης Δου­ρά­τσος προς συ­νά­ντη­ση Γερ­μα­νού Α­ξιω­μα­τι­κού, ο ο­ποί­ος α­φού τον συγ­χαί­ρει για την η­ρω­ι­κή α­ντί­στα­ση του ζη­τά την πα­ρά­δο­ση του ο­χυ­ρού.
Ο Τ/χης Δου­ρά­τσος α­ξιώ­νει «ου­δείς Γερ­μα­νός να ει­σέλ­θει στο ο­χυ­ρό προ της α­να­χω­ρή­σε­ως των Ελ­λή­νων μα­χη­τών» και το αί­τη­μα, με­τά α­πό λί­γο, γί­νε­ται α­πο­δε­κτό α­πό τους Γερ­μα­νούς. Την 11.00 ώ­ρα α­φού οι η­ρω­ι­κοί μα­χη­τές α­πέ­νει­μαν τι­μές προς τους πε­σό­ντες, κι­νή­θη­καν πε­ζοί μέ­σω Σι­δη­ρο­κά­στρου στις Σέρ­ρες.
Κα­τά την κί­νη­σή τους Γερ­μα­νι­κό τμή­μα στο ύ­ψος της γέ­φυ­ρας του πο­τα­μού Στρυ­μό­να, τους α­πέ­δω­σε τι­μές και οι Έλ­λη­νες ήΉρω­ες α­ντα­πέ­δω­σαν τον χαι­ρε­τι­σμό.
Εκ της δυ­νά­με­ως του ο­χυ­ρού Ρούπελ, οι α­πώ­λειες α­πό Ελ­λη­νι­κής πλευ­ράς ή­ταν 44 νε­κροί και 38 τραυ­μα­τί­ες.
Α­πό γερ­μα­νι­κής πλευ­ράς οι α­κρι­βείς α­πώ­λειες δεν έ­γι­ναν γνω­στές, ε­πλη­ρώ­θη­σαν ό­μως τρί­α νε­κρο­τα­φεί­α στην πε­ριο­χή του Προ­μα­χώ­να, το δε 125 Σύ­νταγ­μα Ε­πί­λε­κτων που ε­πι­τέ­θη­κε στο Ρούπελ, τέ­θη­κε ε­κτός μά­χης και α­πο­σύρ­θη­κε για α­να­συ­γκρό­τη­ση.
Οι α­πώ­λειες των Γερ­μα­νών κα­τά τις ε­πι­χει­ρή­σεις ε­να­ντί­ον των Ο­χυρών α­πό 6-10 Α­πρι­λί­ου 1941, έ­φτα­σαν σε 555 νε­κρούς, 2134 τραυ­μα­τί­ες και 170 α­γνο­ού­με­νους, σύμ­φω­να με Γερ­μα­νι­κές πη­γές.»
Ο Γερμανός Ταγματάρχης, Max Wuensche , μετέπειτα Αξιωματικός των SS και Υπασπιστής του Αδόλφου Χίτλερ, απευθυνόμενος στον  Έλληνα Ταγματάρχη, είπε:
«Σας διαβιβάζω τα συγχαρητήρια και τον θαυμασμό των ανωτέρων μου. Οι Γερμανοί αισθανόμενα υπερήφανοι που είχαμε αντίπαλο έναν τόσο ηρωικό Στρατό».
Ο νεαρός και σκληροτράχηλος Γερμανός Ταγματάρχης, θα γράψει στο προσωπικό του ημερολόγιο...« εδώ πάνω, ακριβώς κάτω από την κορυφή στο κεντρικό σημείο του Ρούπελ, μένουμε άφωνοι! Μπροστά η κορυφή...αδύνατον να προχωρήσουμε. Όποιος τολμήσει να ξεμυτίσει γαζώνεται. Ποιος μπορούσε να φανταστεί ότι τα λίγα και με δυσκολία φτιαγμένα αυτά οχυρά, θα ήταν τόσο δυνατά και μοντέρνα! Ποιος μπορούσε να πιστέψει ότι οι Έλληνας θα μας αντιστέκονταν τόσο σκληρά, με τόσο πείσμα και ηρωισμό!».

"Ρόδα φυτέψτε αμάραντα 
ολόγυρα στο χώμα
Υμνώντας τους Αθάνατους 

που κείτονται από κάτω
Εκείνοι το αίμα έδωκαν 

Λεύτεροι Εμείς να ΖΟΥΜΕ"
 
Από το ιστολόγιο ΕΝΝΕΑ ΕΤΗ ΦΩΤΟΣ
Από το Blogger.

ΤΑ ΠΑΤΡΙΑ ΕΔΑΦΗ

ΤΑ ΠΑΤΡΙΑ ΕΔΑΦΗ
ΑΝ ΔΕΝ ΠΑΙΝΕΨΕΙΣ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΣΟΥ ΠΕΦΤΕΙ ΚΑΙ ΣΕ ΠΛΑΚΩΝΕΙ

Αναγνώστες