ΒΡΕ ΚΑΛΩΣ ΤΟ ΜΟΥ!

Ronin.gr - widget IP και λειτουργικού

27 Φεβ 2013

ΠΑΡΑ ΤΡΙΧΑ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΗ



Λοιπόν φίλοι μου, για να μην αφήνουμε και τον ιταλό παραπονεμένο, θα σας διηγηθώ άλλο ένα κάζο που έπαθα από τα προξενιά που μου έκαναν.
Ο αριθμός του καμένου αυτού είναι…

Κεφάλαιο έβδομο: ο δυναστείας!


Φίλη συνάδελφος από το πεντάγωνο, που έχουμε περάσει ώρες και ώρες μαζί έξω από τα γραφεία του κλαδάρχη, του επιτελάρχη, του υπαρχηγού, του αρχηγού, για να πάρουμε υπογραφές για τα έγγραφά μας, έχει επανέλθει στο πεντάγωνο και έχει γνωρίσει συνάδελφο που εκτιμά ιδιαίτερα και θέλει να τον αποκαταστήσει.
Μαθαίνει, δεν ξέρω πως και από ποιον, ότι είμαι χωρισμένη. Δεν ήμουν, αλλά δεν της είπα και τίποτα. Με καλεί στο σπίτι της για φαγητό να γνωρίσω και τον άντρα της που τρία χρόνια στο πεντάγωνο δεν είχα αξιωθεί να γνωρίσω, παρότι ο άνθρωπος δούλευε στο ΓΕΣ…
Πάω αμέριμνη με σκοπό να περάσουμε ένα ευχάριστο απόγευμα λέγοντας τα νέα μας από κοντά. Φευ, είχε εκεί και το συνάδελφο!
Προξενιό και από τα πολύ φτιαχτά και χωρίς να ερωτηθώ. Βρέθηκα  φάτσα με τον υποψήφιο χωρίς να μου έχει περάσει ούτε ως υποψία κάτι τέτοιο. Και δεν είχα βαφτεί, δεν είχα ντυθεί καλά, δεν είχα προετοιμαστεί ψυχολογικά καθόλου!
Ας είναι, λέω. Σάματις θα τον παντρευτούμε; Θα κάνουμε το χατίρι της φίλης και πάει στη λήθη και ο συνάδελφος ο ναυτέος!
Παρεμπιπτόντως, ο τύπος ήταν εξαιρετικός. Όμορφος, μετρημένος, διαβασμένος, με χιούμορ, ευγενικός, εξαιρετική περίπτωση ομολογουμένως.
Και εγώ είχα πάει άβαφτη, με μια φουστίτσα και ένα πουκαμισάκι με αβυσσαλέο ντεκολτέ, χωρίς ξυρισμένο πόδι, χωρίς κοσμήματα, χωρίς κομμωτήριο, χάλια σου λέω.
Κρίμα, σκέφτομαι, το χάσαμε το παλικάρι.
Αμ δε όμως.
Την επομένη ο κύριος Παναγιώτης μου τηλεφωνεί στη δουλειά. Πήρε στο ΓΝΑ, στην ασφάλεια, αναφέρθηκε και ζήτησε να μάθει σε ποιο τμήμα δουλεύω. Του λένε. Παίρνει στο κέντρο, ζητά το τμήμα μου, με φωνάζουν και στέφεται η προσπάθειά του με επιτυχία.
Με καλεί για καφέ το απόγευμα.
Και πάω. Δίνουμε ραντεβού στο Verde.
Εδώ παιδιά, πρέπει να σας εξομολογηθώ κάτι. Έχω ένα πρόβλημα με τις φυσιογνωμίες. Μπορεί σήμερα να είμαστε μαζί πέντε ώρες και την επομένη να σε συναντήσω στο δρόμο και να μη σου μιλήσω γιατί, πολύ απλά, δε θα σε γνωρίσω! Επειδή ξέρω το κουσούρι μου, παίρνω ένα ύφος τέλειας αυτοπεποίθησης και κινούμαι σα να μου ανήκει ο χώρος, ώστε να μου μιλήσει ο άνθρωπος που έχω ραντεβού, γιατί εγώ δεν υπάρχει μία περίπτωση στο εκατομμύριο, να τον γνωρίσω.
Το αυτόν και με τον Παναγιώτη. Παρκάρω, βγαίνω, ανασκουμπώνομαι και ακάθεκτη περπατώ προς την είσοδο. Βλέπω δυο τρεις τύπους να περιμένουν εκεί, δε δίνω σημασία, πάω να περάσω, με πλησιάζει ο ένας, μου μιλά, είναι ο Παναγιώτης.
Περνάμε ένα υπέροχο δίωρο λέγοντας ευτράπελα από τις σχολές μας, που τώρα τα λέγαμε και γελούσαμε, τότε ρίχναμε μαύρο δάκρυ! Πληρώνει το λογαριασμό και με συνοδεύει στο αυτοκίνητό μου. Μου ανοίγει την πόρτα, μου την κλείνει, με χαιρετά την ώρα που φεύγω.
Το ίδιο βράδυ μου τηλεφωνεί να πάμε την Παρασκευή για φαγητό. Ήμουν υπηρεσία όλο το σαββατοκύριακο, του το λέω και ανανεώνουμε το ραντεβού για την άλλη Παρασκευή.
Κάθε πρωί με ξυπνά στις πέντε και μισή γιατί του είπα και το πρόβλημά μου με την αφύπνιση. Σαν πολλά καλά μάζευε ο Παναγιώτης!
Έρχεται η Παρασκευή, με πάει στο Καστελόριζο στον Πειραιά, τρώμε τα φρέσκα τα ψαράκια μας, πληρώνει το λογαριασμό, του λέω πως δε γνωρίζω από Πειραιά καθόλου, με πάει στον Προφήτη Ηλία, με πάει στην Καστέλα, που ήξερα αλλά δεν ήξερα ότι τη λέγανε έτσι, με πάει στην Πειραϊκή, στη Σ.Ν.Δ,  τέλος πάντων μου κάνει τουρ στον Πειραιά και με επιστρέφει σπίτι μου.
Μέχρι να ξεβαφτώ, να κάνω ένα μπάνιο, μου τηλεφωνεί να με ευχαριστήσει για την υπέροχη βραδιά. Άρχιζε η σχέση που είχα να φαντάζει λίγη μπροστά στον Παναγιώτη…
Το πρωί μου τηλεφωνεί να πάμε για ποτό το βράδυ. Και πάω. Και πάμε μπαρότσαρκα τελικά. Καταλήγω σπίτι στις τέσσερις. Μου ξανατηλεφωνεί να με ευχαριστήσει ξανά μανά για την παρέα. Άλλο ένα πόιντ για τον Παναγιωτάκη…
Συνεχίζει να με ξυπνά το πρωί. Την άλλη Παρασκευή, με πάει σε μια κλειστή λέσχη για φαγητό, για παγωτό στη Βάρκιζα και καταλήγω σπίτι πάλι τα ξημερώματα! Μου τηλεφωνεί και με καλεί το άλλο βράδυ να φάμε στο σπίτι του.
Χμμμ, λέω από μέσα μου, αρχίζει να προχωρά το πράγμα.
Και δέχομαι. Πάω πρωί πρωί και παραγγέλνω ένα καλάθι με κρασιά και του τηλεφωνώ να μου πει τη διεύθυνση για να τα στείλω και να ξέρω που θα πάω. Μπα, θα περάσω να σε πάρω μου λέει. Αλλά μου δίνει και τη διεύθυνση.
Έρχεται στην ώρα του, φορά ένα μπλέιζερ, ένα φουλάρι στο λαιμό, λευκό παντελόνι και ταμπά μοκασίνια. Εγώ είμαι ντυμένη πιο γκράντε…
Πάμε σπίτι του. Ένα νεοκλασικό στην Καστέλα. Μας ανοίγει η υπηρέτρια. Βγάζει τα παπούτσια του, με υποχρεώνει να βγάλω και εγώ τα δικά μου και μου δίνουν ένα ζευγάρι παντόφλες που είναι φλατ. Ουπς, φοράω εγώ φλατ παπούτσια; Εεεε; Φοράω;
Πολύ σωστά ΌΧΙ! Και κάπως μου έρχεται να είμαι σαν τσολιάς στα ανάκτορα.
Περνάμε στο σαλόνι. Εκεί είναι και ποιος άλλος; Η μαμά!!! Η δική του μαμά, όχι η δική μου! Η οποία φορά επίσης παντόφλες. Αλλά είναι ντυμένη καλά.
Μας συστήνει, μας φέρνει η δούλα καφέ, περνάω μια ψιλοανακρισούλα από τη μαμά και τσιμπάω ένα νεύμα της μαμάς στον υιό που δε μιλά παρά μόνο στον πληθυντικό στη μαμά του.
Μου λέει ο Παναγιώτης αν ήθελα να περάσω στην τραπεζαρία αλλά να αλλάξει πρώτα.
Και εξαφανίζεται. Και επιστρέφει με κοστούμι και γραβάτα για να πάρουμε το δείπνο μας. Μας συνοδεύει και τις δυο αγκαζέ στην τραπεζαρία που είναι ήδη εκεί ο αδελφός του, η νύφη του, ο πατέρας του. Όλοι κουστουμαρισμένοι. Δεύτερο πλην…
Με συστήνει. Με βάζει στη θέση που πρέπει να καθίσω, κάθεται, κάνουμε προσευχή όπως βλέπουμε στις αμερικάνικες ταινίες πιασμένοι χέρι χέρι και αρχίζουμε το δείπνο αφού όλοι κοιτάνε τον πάτερ φαμίλια πότε θα πιάσει το κουτάλι του για τη σούπα. Εγώ σούπες δεν τρώω. Δε μου αρέσουν. Βάζω στο στόμα μου δυο τρεις κουταλιές μισοάδειες να φαίνεται ότι τρώω. Έρχεται το δεύτερο πιάτο, ωραιότατο ψάρι. Το επιδόρπιο, το γλυκό και περνάμε με τις παντοφλίτσες μας αγκαζέ εγώ με τον Παναγιωτάκη στο σαλόνι.
Πίνουμε το λικεράκι μας οι κυρίες, το κονιακάκι τους οι κύριοι και τσιμπάω άλλο νεύμα της μαμάς στον Παναγιώτη.
-       Ρία, θα ήθελες να δεις την αίθουσα των προγόνων μας;
Παναγία μου, λέω από μέσα μου, τι να είναι αυτό;
Παρότι ψιλοφοβόμουν, γιατί μια ψυχρότητα την ένιωθα να πλανάται στην ατμόσφαιρα, δέχομαι.
Περνάμε κάτι διαδρόμους με ελαιογραφίες να κρέμονται στους τοίχους από πολεμικά σκάφη και φτάνουμε σε ένα δωμάτιο που έχει κρυφό φωτισμό, γεμάτο ολόσωμα πορτραίτα με αξιωματικούς του ναυτικού, με τα ξίφη και τα καπέλα και τα μετάλλιά τους σε ειδική προθήκη μπροστά από τον κάθε πίνακα. Πρέπει να είναι πάνω από δέκα τέτοιοι πίνακες. Έχω τρομοκρατηθεί λίγο.
Θες η ψύχρα του χειμώνα, θες το σκοτεινό σπίτι, θες η τυπικότητα, θες τα νεύματα, θες η έκφραση παραίτησης και απόγνωσης της νύφης του Παναγιώτη, κάπως μου ήρθε.
Ακούω την ιστορία του καθενός και επιτέλους τελειώνει η αναφορά στην ιστορία του πολεμικού ναυτικού της χώρας μας τα τελευταία χρόνια από τη βύθιση της ναυαρχίδας το 1821 μέχρι τότε και επιστρέφουμε στο σαλόνι.
Μόλις μπαίνουμε μέσα, σταματούν οι ομιλίες, νεύει πάλι ο Παναγιώτης και η μητέρα του μου ζητά να περάσω στο γραφείο του συζύγου της που με θέλει ο αυτοκράτωρ, μη χέσω!
Είμαι περίεργη. Πάω.
Με οδηγεί η υπηρέτρια πάλι από κρύους και σκοτεινούς διαδρόμους. Μπαίνω σε ένα γραφείο που μυρίζει πούρο που το απεχθάνομαι. Ο πάτερ φαμίλιας, κοιτά έξω από το τζάμι και μου έχει γυρισμένη την πλάτη. Μπροστά από το γραφείο έχει μια καρέκλα και μου λέει να καθίσω, με γυρισμένη πλάτη όλα αυτά.
Κάθομαι γιατί ήθελα να δω που το πάει.
Κάθεται και αυτός πίσω από το παλαιολιθικό τεράστιο γραφείο.
Και αρχίζει.
- Ξέρετε κυρία Α.., κατάγεστε από στρατιωτική οικογένεια, έτυχε μάλιστα κάποτε στο παρελθόν να συνεργαστώ με τον πατέρα σας στη Γερμανία, έκανα μια μικρή έρευνα για σας και γνωρίζω ότι κατάγεστε από εύπορες και σημαντικές οικογένειες της επαρχίας, γνωρίζω την άψογη συμπεριφορά σας ως αξιωματικός, έχω πάρει τις πληροφορίες μου και θεωρώ ότι αποτελείτε εξαιρετική επιλογή συζύγου για τον μικρό μου υιό. Πλην όμως, ο Παναγιώτης θα φύγει για Νάπολη σε τέσσερις μήνες και θα πρέπει μέχρι τότε να υποβάλλετε την παραίτησή σας για να τον ακολουθήσετε ως σύζυγος εκεί!
Τόινγκ!!!
- Μα δεν έχω σκοπό να παραιτηθώ. Αγαπώ τη δουλειά μου και είμαι εξαιρετικά φιλόδοξη για να φύγω τώρα. Έπειτα, η δουλειά μου αποτελεί την εξασφάλισή μου. Με το γιο σας γνωρίζομαι ούτε ένα μήνα και θέλετε να με παντρέψετε με το γιο σας χωρίς καλά καλά να γνωριζόμαστε και να ξέρουμε αν το θέλουμε και να παραιτηθώ κιόλας;
- Ακριβώς. Είστε αρκούντως μορφωμένη, από καλή οικογένεια, χωρισμένη με παιδί και ο Παναγιώτης, έχει μια κόρη επτά χρονών ξέρετε, (δεν το ήξερα), ούτε πιο πάνω από τον Παναγιώτη, ούτε πιο κάτω, ιδανική περίπτωση, αλλά καμιά σύζυγος Ε… δεν εργάζεται. Ακολουθεί τις μεταθέσεις του συζύγου της…
- Και αν χωρίσει με το σύζυγό της; Πως θα ζήσει;
- Στην οικογένειά μας δε χωρίζουμε κυρία Α…
- Και που είναι η μητέρα της κόρης του Παναγιώτη;
- Δεν την παντρεύτηκε, δεν ήταν για τον Παναγιώτη. Δε θα το επιτρέπαμε ποτέ. Προσπάθησε να τον τυλίξει με το παιδί, μας πήρε χρόνο και χρήμα στα δικαστήρια αλλά η μικρή τώρα είναι με εμάς.
- Και αν δεν τα βρούμε με το γιο σας; Αν δεν περνάμε καλά μαζί; Τι θα κάνουμε;
- Θα το υπομείνετε όπως τόσες και τόσες άλλες γυναίκες. Και γιατί να μην περνάτε καλά; Το σπίτι είναι τεράστιο, θα έχετε το δικό σας χώρο, τα παιδιά σας στα καλύτερα σχολεία, με οικονομική άνεση, σας προσφέρετε μια μοναδική ευκαιρία, δε βλέπω το λόγο να έχετε αντίρρηση!
- Και όμως έχω. Θα έχετε καταλάβει από την έρευνά σας για μένα, που δε με τιμά καθόλου το γεγονός ότι ψάξατε για μένα, ότι είμαι πολύ ανεξάρτητη και μοντέρνα για να συντηρεί ο σύζυγός μου και η οικογένειά του. Ούτε θέλω να τρώω κάθε μέρα με τα πεθερικά μου και να ζω μαζί τους. Τα θέλω σας και τα θέλω μου, δεν ταυτίζονται κύριε Ε… Ευχαριστώ για την τιμητική, όπως νομίζετε, πρόταση για μένα, αλλά θα την απορρίψω. Σας ευχαριστώ αλλά ούτε να παντρευτώ το γιο σας θέλω, ούτε να παραιτηθώ.
Και σηκώθηκα και πήγα στην πόρτα.
- Κυρία Α… αν ανοίξετε αυτήν την πόρτα και την περάσετε, η σχέση σας με το γιο μου τελειώνει και δεν υπάρχει πισωγύρισμα.
- Το γνωρίζω κύριε Ε… και σκοπεύω να περάσω και αυτήν και την εξώπορτά σας με ταχύτατους ρυθμούς, καληνύχτα σας.
Βγαίνω και πάω αριστερά, τον ακούω που με ακλουθεί, πάμε στο σαλόνι, ανοίγω, σε κλάσματα δευτερολέπτου περνάει μέσα και ο πάτερ φαμίλιας και κάνει αρνητικό νεύμα.
Ο Παναγιώτης κατεβάζει το κεφάλι, η μητέρα του σηκώνεται με συνοδεύουν στην πόρτα, βάζω τις γόβες μου τις δωδεκάποντες και εξαφανίστηκα σε χρόνο ρεκόρ.
Ενημερωτικά, ακόμα ελεύθερος είναι ο Παναγιώτης!


25 Φεβ 2013

ΤΕΛΙΚΑ ΤΟ ΣΥΝΗΘΙΣΑ...




Και κλέβω και αναρτώ ότι μου αρέσει. Κακιά συνήθεια, αλλά τουλάχιστον εγώ βάζω λινκ από που πήρα την εξαιρετική ανάρτηση που αναδημοσιεύω. (είμαι και μετριόφρων), λοιπόν, στο μπλογκ του πατριώτη μου  syndesmos71, βρήκα αυτό και το μοιράζομαι μαζί σας!



http://syndesmos71.blogspot.gr/2013/02/blog-post_2642.html

Είμαι γέννημα της δικής σου αναρχίας.

Eίμαι παιδί του '74... Όχι μη γελιέσαι Έλληνα… Δεν είμαι παιδί του πολυτεχνείου… δεν γεννήθηκα 17 Νοεμβρίου… Τη μέρα που γεννιόμουνα χανόταν για εμένα Έλληνες λοκατζήδες... εκεί στον τύμβο της Μακεδονίτισσας… 22 Ιουλίου 1974… Ελλάδα είμαι δημιούργημά σου…
    Μου είπες πως είμαι...τυχερή, γιατί δεν γνώρισα τη χούντα... Μα με υποχρέωσες να ζω σε μια δημοκρατία που τη χούντα της κρατούσαν καλά οι δημοκράτες πολιτικοί της…
    Μου έμαθες τα πρώτα Ελληνικά, με δασείες-περισπωμένες,... μα πριν καλά-καλά τα μάθω τα κατήργησες. ενώ ήμουν Δευτέρα δημοτικού...
    Με έντυσες με μπλε ποδιά... αυτή για το σχολείο με τ’ άσπρο γιακαδάκι... κι όταν άρχισε να μου αρέσει την κατήργησες. Πάντα για το καλό μου, χωρίς να με ρωτήσεις...
    Με έμαθες να λέω τον εθνικό ύμνο και πλήρωνες δασκάλους για να με μάθουν πως τιμιότερον απάντων εστί η πατρίς. Μα σαν μεγάλωσα άφησες τη σημαία να χαθεί στον βράχο των Ιμίων...
    Με έβαλες να μάθω ιστορία για να μπω στο πανεπιστήμιο και αρχαία ελληνικά. Μα σήμερα μου λες πως η Μακεδονία είναι τα Σκόπια και η Θράκη μας Τουρκία...
    Σαν έγινα έφηβη με έβαλες να δω τον Λάλα αλυσοδεμένο να χάνει τη ζωή του για εσένα... Και σήμερα εσύ δίνεις ιθαγένεια στον κάθε αλλοδαπό μα όχι στον Έλληνα τον σταυρό...
για φαντάσου...
    Μου δίδαξες σαν ήρωα και εθνάρχη τον Βενιζέλο... μα σαν έγινα δασκάλα τον βρήκα να προδίδει εσένα Έλληνα ...θυμάσαι τον Γενάρη του 34...εκεί στη Σουηδία... προτείνει για το Νόμπελ της Ειρήνης τον σφαγέα των προγονών μου Κεμάλ...!!!
    Μου ζήτησες να έχω κριτική σκέψη... μα έκοψες την έκθεση ως μάθημα και λογοκρίνεις τη σκέψη μου... Βλέπεις εγώ για εσένα είμαι ακραία...
    Μου έμαθες στο σχολείο πως πρέπει να υπάρχει αξιοκρατία κι όταν σου ζήτησα να με αφήσεις στου χάρτη την πινέζα... εκεί στο Δέρειο... κι οχι στο Κολωνάκι... με ανάγκασες να βάλω μέσο τον πατέρα μου για να μη με διώξεις από εκεί...
    Μου έμαθες προσευχή... μα τώρα πια μόνο για Χριστό δε θες να μου μιλήσεις..
Σου ζήτησα να πάω στην πρώτη τη γραμμή και μ’ άφησες μονάχη...
    Μου έμαθες όμως καλά πως το Προξενείο κι όχι εσύ είναι εκεί και έχει όνομα... ε;… Ιλμή… ε;… Απτουραχήμ..ε;... Αλή..ε;… Μουαρέμ… ε;...
    Μου ζήτησες να εργάζομαι σκληρά... για εθελοντισμό μιλούσες... μα όταν το 'κανα κι αυτό έστειλες τους ''δραγουμάνους'' να μου πουν πως δε θέλουν να κάνω επιπλέον μαθήματα στα πομακόπουλα γιατί σε ενοχλεί... τα παίρνω βλέπεις από την αγκαλιά του Προξενείου...
    Και εγώ... εγώ μεγάλωνα μέσα σε μια αντίφαση... στο μαύρο και το άσπρο...
    Μα χθες βρέθηκα κάτω στο υπόγειο του σχολείου... σε είδα εκεί κάτω Ελλάδα... ήσουν εκεί... πίσω απ' τις κουτές. σκονισμένη... κοιτώ το άγαλμα του Αλέξανδρου αραχνιασμένο... μόνο εγώ και εσύ...η προτομή του μέγα Αλέξανδρου...
    Δάκρυσα... πόνεσα...μα σε άκουσα Ελλάδα απ' τη φωνή του...
    ''Ποιος είναι εθνάρχης'' με ρωτά...''ο Βενιζέλος;.. ποιος αγωνίζεται σκληρά... ο Γιώργος απ' τα ξένα;
    Για σκέψου εσύ δασκάλα... με ξαναρωτά... αν τώρα εδώ μέσα, από την πόρτα έμπαινε και ερχόταν κι ο Κολοκοτρώνης... και μας ρωτούσες και τους δυο ποιο μέρος της Ελλάδας θα θυσιάζαμε στο χθες για χάρη της ειρήνης... Μακεδονία ή Ήπειρο... Θράκη ή το Αιγαίο...
Αναλογίσου εσύ δασκάλα... θα το σκεφτόμασταν πολύ;
    Τι να διαπραγματευτώ... τη γη μου ή το νερό μου;... μα εσύ δασκάλα δίδαξες εκείνον ως εθνάρχη... και όχι εμάς ...εμάς κλειδώνεις στα ''μπουντρούμια''...
    Ελλάδα μες στις αντιφάσεις σου... ξεχνάς τα σύνορά σου και τον εχθρό ποτίζεις εδώ μέσα... προδότες ελληνόφωνοι... διαλέξτε επιτέλους τον Λεωνίδα αρχηγό...ή μήπως εφιάλτη;... κι ιστορία θα φερθεί ανάλογα εις τον καθένα...
    Γέμισαν τάφοι με κορμιά πιλοτών... γιατί έχουμε ειρήνη!!!!
    Γέμισε και η βουλή ελληνόφωνους απ’ την ελληνοτουρκική φιλία...
    Φτάνει, δε θέλω πια να ακούω τη φωνή σας ...γιατί πιστεύω στο έθνος μου κι όχι στο ''nation'' που θα ’λεγε και ο ''μέγας'' ο Γιωργάκης... το έθνος είναι ελληνικό, είναι ήθος και έθος ρωμιοσύνης... το ''nation'' είναι η ''φύση'' του... εκ γενετής προδότης...
    Κι' αν όλα αυτά δε σ’ άρεσαν ''λόγιε'', ''πολιτικέ'' δημοκρατίας, να το θυμάσαι ...
είμαι δημιούργημα της πιο παράλογης... δικής σου αναρχίας.. ΧΑΡΑ ΝΙΚΟΠΟΥΛΟΥ


23 Φεβ 2013

ΑΝΤΕ ΒΡΕ, ΝΑ ΜΕ ΧΑΙΡΕΣΤΕ!

Ναι, σήμερα έχω τη γιορτή μου.
Όχι  ότι το ήξερα από μικρή, είναι καινούργιο φρούτο για μένα, να γιορτάζω την ονομαστική μου εορτή.
Και αυτό, γιατί δεν ήξεραν ούτε οι γονείς μου ότι το όνομά μου, Γοργόνα γαρ, θα μπορούσε να έχει αγία και μάλιστα με δική της μέρα εορτής. Όταν μικρό κοριτσάκι ρωτούσα, μου λέγανε πως γιορτάζω των Αγίων Πάντων. Και εγώ στενοχωριόμουν. 

Όταν ένα μεσημέρι, πριν καμιά εικοσαριά χρόνια άκουσα στο ραδιόφωνο ότι ήταν η μέρα που γιόρταζαν οι Πολύκαρποι και οι Γοργόνες, κόντεψα να τρακάρω τον μπροστινό. 

Πήγα σπίτι στους γονείς μου και απαίτησα αναδρομικά τα δώρα μου! 

Το πρώτο δώρο που μου έγινε επί τη ευκαιρία της ονομαστικής μου εορτής, μου το έκανε ο άντρας μου που ήταν μαζί μου στο αυτοκίνητο. Μου ζήτησε να τον αφήσω στη γωνία του σπιτιού μας για να πάει να πάρει τσιγάρα, αλλά πήγε και μου πήρε ένα χρυσό δακτυλίδι με έναν αμέθυστο νααα με το συμπάθειο!

Κατασυγκινήθηκα παιδιά. Κάτι τέτοια έκανε και έμεινα μαζί του επτά χρόνια! Και έτσι, κάθε χρόνο, μου έκανε το δακτυλίδι σετ ολόκληρο. Με τα σκουλαρίκια του, το κολιέ του, το βραχιόλι του και την τελευταία χρονιά πριν χωρίσουμε, μια τεράστια χρυσή καρφίτσα με λεπτομέρειες από αμέθυστο που τη λάτρευα. Τώρα ποιος πούστης τα χαίρεται τα κοσμηματάκια μου... που να του καεί το βίντεο!

Αυτά. Με τούτα και με εκείνα, να με χαίρεστε, να με καμαρώνετε, να είμαι καλά και να χαίρομαι τον άντρα της ζωής μου! 
Ευχαριστώ!

21 Φεβ 2013

ΙΤΑΛΕ, ΔΕ ΣΟΥ ΧΑΛΩ ΧΑΤΙΡΙ...



Ιταλέ, φτιάξε καφέ, άναψε τσιγάρο, κάτσε αναπαυτικά και ετοιμάσου.
Έρχεται νέος καμένος.

Κεφάλαιο έκτο: ο κολλημένος

Με έχουν κλέψει, είμαι στα μαύρα μου τα χάλια και πρέπει κάπου να πάω. Το έτερον ήμισυ βρίσκεται εκτός Ελλάδος. Εγώ πρέπει να πάω με το συνοδό μου εκεί που έχω υποχρέωση. Παίρνω τον κολλητό. Είναι σε ένα μπαράκι.
-Ρεμάλι, αύριο βράδυ θα με συνοδεύσεις εκεί. Λείπει το έτερον ήμισυ, σε εμπιστεύεται, θα έρθεις να του κρατάς τα μπόσικα.
-Ριάκι, είμαι εφημερία. Λυπάμαι, αύριο δε γίνεται.
Και προσφέρεται ο φίλος του που είναι μαζί του στο μπαράκι και  που έχει ακούσει για μένα από τον κολλητό αλλά και από έναν άλλον φίλο του, επίσης γιατρό, που είμαι και το ερωτικό του απωθημένο!
Ο κολλητός μου δίνει το τηλέφωνο να μιλήσω με τον υποψήφιο συνοδό. Κύριος, δεν μπορώ να πω. Ευγενέστατος, πρόθυμος, με ωραίο λέγειν. Του λέω θα το σκεφτώ και θα πάρω τον κοινό γνωστό μας να σας ενημερώσει.
Στέλνω μήνυμα στον κολλητό και μόλις πάει σπίτι του με παίρνει στο σκάιπ.
-Βρε τι είναι αυτός που μου τον φόρτωσες για αύριο; Και αν είναι κανένας λεχρίτης και με κάνει ρεζίλι; Και αν αυτό; Και αν εκείνο;;; έλεγα εγώ, γέλαγε ο κολλητός.
-Βρε χαζή, είναι απόφοιτος του αμερικάνικου κολλεγίου, σπούδασε στην αμερική, έχει αυτήν την εταιρεία, ρεζίλι δε θα σε κάνει.
-Τρόπους έχει, μυαλό;;; ρωτάω η καημένη γιατί από καμένους είχαμε πήξει…
-Μα δεν του μίλησες;
Του είχα μιλήσει. Ακουγόταν ευγενής και καλλιεργημένος.
-Εμφανισιακά τι λέει; Να βάλω τακούνια ή θα πάω μόνη  μου;
-Να βάλεις καλε, είναι δυο κεφάλια ψηλότερος από μένα, μου λέει ο κολλητός.
-Δηλαδή ίσα με εμένα, του λέω, γιατί δεν είσαι και πρώτο μπόι!
-Άει χάσου μωρή μικρή αρβύλα! Με λέει! Έτσι πειραζόμαστε χρόνια τώρα!
-Άντε καλά, να έρθει να με πάρει από το σπίτι, ένδυμα βραδινό και καθαρό αυτοκίνητο παρακαλώ!

Και έρχεται ο άνθρωπος. Μου τηλεφωνεί, του δίνω οδηγίες πώς να έρθει, έρχεται στην ώρα του. Θετικότατο! Γιατί με τη συνέπεια των ανδρών ένα θέμα το έχω.

Κατεβαίνω, μου ανοίγει την πόρτα του τζιπ  MERCEDES, μου φτιάχνει το κάθισμα να είμαι αναπαυτικά και πάμε εκεί που είναι να πάμε. Κύριος. Μου είπε μερικά πράγματα για τον εαυτό του στο αυτοκίνητο να τον συστήνω και να ξέρω ποιος είναι και τι να λέω.
Αλλά μας βγήκε μάπα η εκδήλωση και δεν έβλεπα την ώρα να φύγω. Το καταλαβαίνει ο άνθρωπος, μου προτείνει να πάμε για φαγητό. Ευγενέστατο! (Βρε, σκεφτόμουν, κοίτα κελεπούρι που δεν το είχα γνωρίσει τόσα χρόνια! Το ρεμάλι τον κολλητό, δε μου είπε ποτέ να βγω όταν ήταν μαζί… εκεί βέβαια, έπρεπε να ψυλλιαστώ κάτι, δεν ψυλλιάστηκα. Γιατί πέρα από την πλάκα, ο κολλητός είναι όντως σαν αδερφός. Ότι ώρα και να του τηλεφωνήσω, σκίζεται να έρθει να δει τι έχω. Να με βοηθήσει. Να μου συμπαρασταθεί...)

Πάμε για φαγητό. Στην Ιθάκη στη   Βουλιαγμένη. Ήταν η δεύτερη φορά σε μια εβδομάδα με διαφορετικό συνοδό!  Τρώμε, κάτι μου λέει, συμφωνώ μαζί του, σηκώνεται, έρχεται από την πλευρά μου και μου φιλά το χέρι. (Κίνηση ματ. Εντυπωσιάστηκα…)

Του λέω θέλω να περπατήσω. Με πάει στη μαρίνα της Γλυφάδας. Εγώ ήμουν ελαφρά ντυμένη, μου δίνει το παλτό του πάνω από το δικό μου μαντώ. (Τζέντλεμαν! Βρε το παιδί! Σκεφτόμουν…)

-Ριάκι, τι λες, πάμε για έναν καφέ;
-Και δεν πάμε; Και με πάει στο Ιντερκοντινένταλ. Πίνουμε τα καφεδάκια μας. Του λέω,
-Θελω να καπνίσω…

Πληρώνει και με πάει που ρε παιδιά για να καπνίσω; (Σημειωτέον ότι το Ιντερκοντινένταλ, είναι σχετικά κοντά στο σπίτι μου). Με πάει στο Galaxy του Hilton. Εκεί, αν βγεις στο αίθριο, καπνίζεις. Καπνίζω. Αυτός δεν καπνίζει. Πίνουμε και ένα ποτό και επειδή την άλλη μέρα δούλευα, με πήγε σπίτι μου.

Μου ανοίγει τις πόρτες να βγω από το αυτοκίνητο, μου ανοίγει με τα κλειδιά μου την εξώπορτα της πολυκατοικίας, καλεί το ασανσέρ, μου ανοίγει την πόρτα, μου φιλά το χέρι και με καληνυχτίζει. Μέχρι να περάσουν τα 40 δευτερόλεπτα να φτάσω στον όγδοο, χτυπάει μήνυμα στο κινητό. Κοιτώ, ήταν ο τύπος που μου τηλεφώνησε αλλά δεν είχε σήμα το κινητό στον ανελκυστήρα.
Μέχρι να ξεκλειδώσω, μου τηλεφωνεί. Μιλάμε για κανένα σαραντάλεπτο και το κλείνουμε γιατί έχει πάει τρεις τη νύχτα και εγώ δουλεύω κιόλας την επομένη…

Το πρωί, με ξυπνά για να είναι σίγουρος ότι δε θα καθυστερήσω στη δουλειά μου εξαιτίας του που με έκανε να ξενυχτήσω.
Μου τηλεφωνεί στη δουλειά το μεσημέρι για να δει αν είμαι καλά αφού ξενύχτησα μαζί του. Μου τηλεφωνεί ενώ είμαι στην άλλη δουλειά να δει τι ώρα θα φύγω για να μην κουραστώ πολύ γιατί δεν κοιμήθηκα το προηγούμενο βράδυ. Μου τηλεφωνεί την ώρα που πάω σπίτι και ικανοποιείται που επιστρέφω σχετικά νωρίς. Μου τηλεφωνεί ενώ κάνω ντουζ για να δει αν έφτασα καλά και αν είμαι ήρεμη να κοιμηθώ.
Με ξυπνά ξανά την επομένη στις πέντε και μισή. Μου ξανατηλεφωνεί στις επτά παρά δέκα, να δει αν έφτασα γιατί έβρεχε και να προσέχω στο δρόμο.
Μου τηλεφωνεί στις δέκα, αν έφαγα κάτι γιατί κουράζομαι πολύ και δεν τρέφομαι σωστά. Μου τηλεφωνεί στις δυο, για να δει αν έφυγα από το νοσοκομείο για την άλλη δουλειά. Μου τηλεφωνεί στην άλλη δουλειά, για να δει αν τσίμπησα κάτι ή να μου φέρει αυτός από τη Γλυφάδα που είναι τα γραφεία της εταιρείας του στο Γέρακα που δούλευα! Μου τηλεφωνει στις οκτώ, να δει αν έφαγα για βράδυ να με βγάλει έξω για φαγητό.
Σφάλμα δικό μου πρώτο. Βγήκα. Πήγαμε πάλι στην Ιθάκη. Φάγαμε το ψαράκι μας, πήγαμε για καφέ στον Αστέρα της Βουλιαγμένης, με πήγε στο Σούνιο για βόλτα και γύρισα σπίτι πάλι στις δώδεκα και…
Με ξαναξυπνά το πρωί. Επιβεβαιώνει ότι έφτασα στη δουλειά, έχουν αρχίσει να με πειράζουν οι υφιστάμενοί μου, τηλεφωνεί στις δέκα να μου θυμήσει να φάω κάτι, να φύγω στις δυο, επιβεβαιώνει ότι έφτασα στο άλλο γραφείο, μου θυμίζει να φάω στις τέσσερις, μου προτείνει πάλι φαγητό.
Σφάλμα δικό μου δεύτερο. Ξαναπάω για φαγητό μαζί του. Πάμε στο Καστελόριζο στον Πειραιά. Τρώμε τις γαριδούλες μας, πάμε για ποτό στα βράχια της Πειραϊκής για να καπνίσω και να περπατήσουμε. Με γυρνά σπίτι και μέχρι να φτάσει στο δικό του στη Γλυφάδα, μιλάμε στο τηλέφωνο.
Με ξαναξυπνά το πρωί. Επιβεβαιώνει ότι έφτασα στη δουλειά, μου θυμίζει το δεκατιανό μου, που δεν το τρώω αλλά του λέω ότι κάτι τσιμπάω, τσεκάρει ότι έφυγα για Γέρακα, ότι έφτασα, ότι έφαγα, ότι θα φύγω έγκαιρα και δε θα ξενυχτίσω εκεί. Μου προτείνει να πάμε για φαγητό.
Σφάλμα δικό μου τρίτο. Ξαναπήγα για φαγητό.
Για να διευκρινίσω, ξέρει ότι έχω σχέση, ξέρει ότι το έτερον ήμισυ θα επιστρέψει σε τρεις τέσσερις μέρες, αλλά επιμένει. Πάμε για φαγητό σε ένα κινέζικο στο Καβούρι. Πάμε για ποτό στο Εν Πλω. Περπατάμε στον Αστέρα και γυρνώ σπίτι πάλι στις δώδεκα.
Ξέρετε τα της επόμενης μέρας, μην τα ξαναγράψω.
Τα σφάλματά μου έγιναν έξι. Του εξηγώ ότι το τελευταίο βράδυ που τρώγαμε πάλι στην Ιθάκη, ότι την επομένη θα έρθει το έτερον ήμισυ και θα πρέπει να σταματήσει αυτή η τηλεφωνική πολιορκία και τα νυχτερινά ξεπορτίσματά μου. Τον ευχαρίστησα ιδιαίτερα και με πήγε σπίτι μου.
Το πρωί με ξυπνά. Επαναλαμβάνει την αυτή διαδικασία όλο το πρωινό και ενώ περιμένει να είμαι στο Γέρακα, εγώ είμαι στο αεροδρόμιο να παραλάβω το φίλο μου. Έρχεται το πουλάκι μου και αρχίζουν τα τηλέφωνα. Του εξηγώ ότι μόλις ήρθε η σχέση μου και ότι δεν μπορώ να του μιλήσω. Σα να του είπα, πάρε κάθε μισή ώρα.
Κάθε μισή ώρα τηλέφωνο ο κύριος Στέφανος. Ο δικός μου έχει αρχίσει να βγάζει καπνούς από τα αυτιά. Τραβάμε και έναν περιποιημένο καυγά και τον πάω σπίτι του αντί να βρεθούμε που είχαμε δέκα μέρες να ειδωθούμε.
Τα τηλέφωνα συνεχίζονται ακάθεκτα. Ο δικός μου, με έχει ακούσει που τα χώνω στο Στέφανο, αλλά δε χαμπαριάζει και επειδή ένα θέμα με τη ζήλεια το είχε, με έκανε καινούργια. Πάω σπίτι μου, χτυπάει το τηλέφωνο, νομίζω ότι είναι ο Στέφανος, ρίχνω ένα σχετικό βρίσιμο, ήταν το αίσθημα, με ρωτά γιατί του τα ’ψαλλα που αυτός πήρε να ζητήσει συγνώμη, του εξηγώ, παίρνει ταξί και έρχεται σπίτι μου. Όλο το βράδυ μπορεί να πήρε και είκοσι φορές ο Στέφανος.
Ο οποίος Στέφανος, δε μου έχει πιάσει ούτε το χέρι, οι συναντήσεις μας είχαν καθαρά φιλικό χαρακτήρα, είχα εξηγηθεί ότι είχα σχέση και δεν του άφησα καμιά ελπίδα να πιστέψει ότι κάτι θα μπορούσε να γίνει μεταξύ μας. Την επομένη είχα ρεπό. Είχα φροντίσει το πρόγραμμά μου να έχω δυο μέρες να δω το σύντροφό μου, αλλά ο Στέφανος το χαβά του. Ο άλλος τα έχει πάρει στο κρανίο. Σηκώνει αυτός το τηλέφωνο, αρχίζει τα γαλλικά, κλείνει το τηλέφωνο και μου λέει με θριαμβευτικό ύφος:
-Εντάξει καρδιά μου, έληξε. Δε θα σε ξαναενοχλήσει! Και καθόμαστε να φάμε. Τρώμε, και την ώρα που πίνουμε καφέ αγκαλιά και βλέπουμε μια ταινία του Αγγελόπουλου, χτυπά το τηλέφωνο και είναι ο Στέφανος. Τα παίρνει πάλι ο δικός μου, δίνει μια στο τηλέφωνο και το ρίχνει στο τζάκι αφού πρώτα το έχει διαλύσει στα δυο…
Τηλέφωνο – τζάκι, σημειώσατε 2!
Τσατίζεται ο φίλος μου, φεύγει. Και μένω και χωρίς τηλέφωνο.
Παίρνω την κάρτα σιμ, τη βάζω σε μια παλιά συσκευή και από την επομένη στιγμή αρχίζει το μαρτύριό μου. Κάθε δέκα λεπτά τηλέφωνο ο Στέφανος. Το κλείνω. Παίρνω τον κολλητό, του λέω τι έγινε, βάζει τα γέλια.
Γι αυτό ρε Ριάκι τόσα χρόνια δε στον γνώριζα. Άμα του αρέσει κάποια γυναίκα, γίνεται τόσο κολλιτσίδα που σπάει νεύρα. Καλός είναι για φίλος αλλά για γκόμενος δεν κάνει. Εκτός και αν είναι κάποια το ίδιο βλαμμένη και της αρέσουν αυτά…
Η τηλεφωνική πολιορκία συνεχίστηκε τρεις μέρες. Εγώ άλλαξα τηλέφωνο, είπα στον κολλητό να μην του το δώσει και για ένα μήνα ησύχασα. Έλα όμως που ήξερε που έμενα και πήρε ένα λογαριασμό του κινητού και βρήκε το καινούργιο κινητό μου! Άντε πάλι αλλαγή αριθμού και ο λογαριασμός στο σπίτι της μαμάς μου που δεν ξέρει που είναι! Και έτσι ξέμπλεξα!!

17 Φεβ 2013

EKΠΛΗΞΗ



Χθες βράδυ, πήγα στην παρουσίαση ενός βιβλίου σε ένα εξαιρετικό χώρο με άτομα που αποτελούν την αφρόκρεμα της κοινωνίας μας.
Τι γιατροί, τι δικηγόροι (ένας ήταν πολύ ωραίος, αλλά συνοδευόμουν και κράτησα τους τύπους), τι καθηγητές πανεπιστημίου, τι στρατηγοί, τι αρχιτέκτονες, τι μηχανικοί, όλοι εκεί.
Και εκεί που θαμπώθηκε το μάτι μου από τα διαμαντοκοτρολίθαρα των κυριών, με συστήνει ο συνοδός μου σε έναν δικηγόρο που η γυναίκα του ήταν μια τάπα και μισή. Όμορφη, καλοντυμένη αλλά «τάπα». Σαν ψηλός νάνος. Ευτυχώς δεν τους είπα πως έχω μπλογκ, (αν και ο συντονιστής του πάνελ, έχει εκδοτικό οίκο και ξέρει και το μπλογκ μου).
Σε λίγο καταφτάνουν στην παρέα μας, ένας γιατρός με τη γυναίκα του και ένας διαφημιστής με δική του εταιρία και τη γυναίκα του. Αγκαλιές και φιλιά οι τύποι με το δικηγόρο, αγκαλιές και φιλιά και οι κυρίες τους με την «τάπα». Ένα όνομα άκουγα μόνο: ο Στέφανος δεν είναι εδώ; Θα πάρει το «κοριτσάκι του» από τη δουλειά και θα έρθει. Και νέα γέλια.
Ρωτάω το συνοδό μου, δεν ήξερε. Γνώριζε μόνο τους δυο, το δικηγόρο και το γιατρό που μένανε στην Παλλήνη που μένει και αυτός. Ρωτάει το δικηγόρο ποιος είναι ο Στέφανος. Και απαντά ο γιατρός, ότι ο Στέφανος είναι ο τέταρτος της παρέας τους. Ήταν συμμαθητές από παιδιά, διατήρησαν τη φιλία τους μέχρι και σήμερα. Οι τρεις παντρεύτηκαν και ο τέταρτος είναι ελεύθερος γιατί «το κοριτσάκι του» δε θέλει γάμο! Και ξανά γέλια οι κυρίες και η «τάπα»!
-Γιατί γελάτε όταν λένε οι άντρες σας το κοριτσάκι του; Ρωτάω τη γυναίκα του γιατρού που καθόταν δίπλα μου.
-Γιατί η κοπέλα που ο Στέφανος δίνει γη και ύδωρ για αυτή, είναι μεγαλύτερή του. Αλλά αυτός δεν έχει μάτια για άλλη. Χτυπάει αυτή και πονάει αυτός. Κρυώνει αυτή και έχει βήχα αυτός. Τέτοιον έρωτα δεν έχουμε ξαναδεί.
-Αυτή, τον αγαπάει; Ρωτάω πάλι εγώ.
-Ε, για να κάθεται μαζί του τόσον καιρό και ας είναι και μικρότερός της, μάλλον θα τον αγαπά. Τον προσέχει πολύ, τον φροντίζει, δεν του ζητά τίποτα, αλλά έχουν τέτοια ταύτιση απόψεων που δε χρειάζεται να πει τίποτα. Το σκέφτεται και ο άλλος το ξέρει. Το ίδιο και αυτή βέβαια. Με τα μάτια συνεννοούνται. Να, πριν κανένα μήνα, ο Στέφανος ήταν άρρωστος και δεν πήγε στη δουλειά του. Έχει δικό του γραφείο, είναι μηχανικός και ενώ ήταν στο σπίτι και δεν είπε τίποτα «στο κοριτσάκι του» (ξανά γέλια), για να μην τη στενοχωρήσει, αυτή πήγε σπίτι του γιατί ένιωθε πως δεν ήταν καλά, χωρίς και αυτή να πάει στη δουλειά της…
-Ε τότε, είναι ένα ευτυχισμένο ζευγάρι με ότι συνεπάγεται αυτό. Και από ότι καταλαβαίνω, δε συζούν και ο έρωτας θα διαρκέσει!
-Μα διαρκεί ήδη πολύ καιρό. Στα μάτια την κοιτά ο Στέφανος. Κρέμεται από τα χείλη της…
-Κόψτε το κουτσομπολιό, μας λέει ο δικηγόρος, γιατί και αυτή τον έχει στα ώπα ώπα! Μακάρι να με φρόντιζες και εσύ έτσι, λέει στην «τάπα»!
Και οι άντρες έφυγαν να μας φέρουν κάτι να πιούμε όσο εμείς θα συνεχίζαμε το κουσκουσάκι μας.
Την ώρα που πίναμε το δεύτερο ποτάκι μας, ακούω φωνές, μαζεύομαι δίπλα στο συνοδό μου που και αυτός ξαφνιάστηκε με τις κραυγές του επιχειρηματία και γυρνάμε να δούμε όλοι μαζί τον περιβόητο Στέφανο με το «κοριτσάκι του».
Και οποία έκπληξις!!!
Το Στέφανο δεν τον γνώριζα. Την κοπέλα όμως, «το κοριτσάκι» το ήξερα. Το ξέρω. Είναι μια κυρία, με κ κεφαλαίο, που έχει και αυτή μπλογκ. Και μάλιστα τώρα τελευταία, έγινε μεγάλη φίρμα στη μπλογκόσφαιρα, θύελες ξεσήκωσε με τις αναρτήσεις της!
Πολύ ωραία ντυμένη, (κόβω το λαιμό μου ότι το φόρεμά της ήταν ραμμένο πάνω της και όχι αγορασμένο έτοιμο), με πολύ διακριτικά αλλά πανάκριβα κοσμήματα και παπούτσι παρότι φλατ, κομψότατο, τόσο που το ζήλεψα!!!
Οι κυρίες, και η «τάπα», έμειναν που πρώτα εμένα χαιρέτισε το «κοριτσάκι» του Στέφανου και όχι αυτές που τις ξέρει τόσα χρόνια και είναι φίλες της.
Τις εξηγήσαμε ότι έχουμε συναντηθεί σε κάτι ραδιοφωνικές εκπομπές και δεν περιμέναμε να ξαναβρεθούμε σε τόσο διαφορετικό χώρο!
Τελικά περάσαμε πολύ καλά και γυρίσαμε σπίτι, ως συνήθως αργά…
Και να σκεφτεί κανείς, ότι δεν ήθελα να πάω. Χρυσή με κάνανε για να με πείσουν. Τελικά, δεν πρέπει να λες όχι γιατί δεν ξέρεις τι γίνεται! Αυτές είναι εκπλήξεις. Ήθελα να έβλεπα τα μούτρα μερικών αν ήταν εκεί! Κάτι τέτοια θα μου μείνουν απωθημένα...


14 Φεβ 2013

ΕΧΕΙ ΠΟΛΛΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΑΚΟΜΑ...



Έτερον ανάγνωσμα για τους καμένους που κατά καιρούς ήθελαν να με αποκαταστήσουν με αυτούς. Και έτσι αισίως περνάμε στο

Κεφάλαιο πέμπτο: ο ανακριτής

Κολλητός εδώ και είκοσι χρόνια. Κολλημένος με πρώην που έφυγε στο εξωτερικό και τον φτύνει συστηματικά. Είναι σε πολύ άσχημη ψυχολογική κατάσταση και πάω σπίτι του. Εκεί που κλαίει για νιοστή φορά στον ώμο μου μπροστά στο τζάκι που δεν το ανάβουμε γιατί βαριέται να το καθαρίζει, χτυπά το κουδούνι του σπιτιού του.
Ο φίλος μου δεν το ακούει, είναι στον κόσμο του, τον ακουμπώ μαλακά στον καναπέ και ανοίγω. Έρχομαι φάτσα φόρα με έναν πολύ εντυπωσιακό άντρα.
-Παρακαλώ;;;
-Ο Ο… δεν είναι εδώ;
-Εδώ είναι αλλά δεν είναι και στα καλύτερά του.
-Γι αυτό ήρθα, τον άκουσα στο τηλέφωνο χάλια και μόλις έκλεισα την εταιρεία ήρθα να δω πως είναι.
-Ποιος είστε;
-Ο Μάκης.
-Μάλιστα, μου έχει πει ο Ο…, περάστε παρακαλώ.
-Εσείς ποια είστε;
-Η Ρία.
-Α ναι, σας γνωρίζω. Ο Ο… λέει τα καλύτερα!
-Ευχαριστώ.

Ο Ο… έχει ακούσει το διάλογο, έρχεται στην πόρτα. Μας πάει στην κουζίνα και αρχίζει να μαγειρεύει. Θέλει να μας περιποιηθεί που πήγαμε να τον συνδράμουμε ψυχολογικά. Βλέπω πως αντί για αλάτι βάζει ζάχαρη. Τους πάω και τους δυο στο σαλόνι, και κάθομαι το νοικοκυροκόριτσο να μαγειρέψω. Εγώ που στο δικό μου σπίτι για να μαγειρέψω πρέπει να γουστάρω γκόμενο μέχρι τρέλας, εδώ φτιάχνω παπάδες! Και στο τέλος πλένω και τα πιάτα. Αυτό είναι φιλία, να θυσιάζεσαι. Μεγάλη η χάρη σου Ο…!
Τρώμε, πίνουμε, για την ακρίβεια πίνουν αυτοί, εγώ τους κοιτώ και λύνω sudoku και λέω κάποια στιγμή να φύγω. Ο Ο.. θέλει να με πάει σπίτι, έχει αδειάσει όμως μισό μπουκάλι ουίσκυ και δεν τον εμπιστεύομαι να γυρίσει μόνος του.
Προθυμοποιείται ο Μάκης. Του ρίχνω μια δεύτερη ματιά και αφού περνάει με πολύ καλό βαθμό, δέχομαι. Βλέπεις το γερμανό τον είχα για σέρβις στον ξάδερφο του Ο…
Κύριος ο Μάκης, μου ανοίγει τις πόρτες, με πάει σπίτι και περιμένει να ανάψω και το φως στο διαμέρισμά μου να βεβαιωθεί ότι είμαι καλά για να φύγει.
Το άλλο πρωί τηλεφωνεί ο Ο… από το νοσοκομείο μεταξύ χειρουργείων και μου λέει πως ο Μάκης όλο για μένα μιλάει και θέλει το τηλέφωνό μου να με καλέσει για φαγητό. Στο μόνο προξενιό που είπα ναι με τη μία!
Τηλεφωνεί ο Μάκης, δίνουμε ραντεβού, έρχεται κύριος στην ώρα του, κατεβαίνει και μου ανοίγει την πόρτα του αυτοκινήτου, με ρωτά τι μουσική ακούω να μου βάλει, με πάει στη θάλασσα που ζήτησα παρότι είχε κλείσει τραπέζι στο κέντρο της Αθήνας, με πάει στην Ιθάκη στο Καβούρι. Παραγγέλνουμε, και αρχίζουμε συζήτηση για τα διαζύγιά μας.
-Πότε και πως γνώρισες τον άντρα σου;
-Τότε και έτσι…
-Γιατί χωρίσατε;
-Γι αυτό και γι αυτό το λόγο…(αρχή ήταν, απαντούσα και χωρίς να το πολυσκεφτώ, γιατί τα ίδια θα ρώταγα και εγώ, στην πορεία όμως μου τα χάλασε!)
-Από τότε με πόσους άντρες έχεις πάει;;;
-Πως είπατε;;;
-Από τότε που χώρισες, με πόσους άντρες έχεις κοιμήθεί;
-Γιατί; Του τμήματος ηθών είσαι;
-Για να ξέρω με τι έχω να κάνω.
-Εσύ με πόσες πήγες στα πέντε χρόνια που χώρισες;
-Εγώ ρωτάω. (εδώ έπρεπε να φύγω, αλλά μου άρεσε και είπα να δώσω μια ευκαιρία ακόμα αν και ήξερα πως θα το μετάνοιωνα).
Σαν αξιοπρεπής γυναίκα, του λέω αυτό που θέλει να ακούσει. Ως αξιοπρεπής άντρας, το έχαψε.
-Το σπίτι είναι δικό σου;
-Ναι.
-Πόσα χρόνια δουλεύεις εκεί;
-Από τότε που βγήκα από τη σχολή.
-Πως μπήκες στη σχολή;
-Με πανελλαδικές.
-Πόσων χρονών είσαι;
-Τόσα.
-Πόσα χρόνια έμεινες παντρεμένη;
-Επτά.
-Τον απάτησες ποτέ τον αντρα σου;
-Όχι
-Τι σχέσεις έχει ο γιος σου με τον πατέρα του;
-Του λέω. (Εκεί εγώ να απαντώ. Ήθελα να δω και που το πάει, πόσο ακόμα θα με ρωτάει, έχει έρθει μέχρι και το γλυκό. Φτάνουμε στους καφέδες)
-Πως και δεν έχεις αυτοκίνητο;
-Έχω, το έχω στο συνεργείο για σέρβις και μου έφεραν ένα άλλο αλλά δεν είναι αυτόματο και δεν μπορώ να το οδηγήσω, οπότε πάω με ταξί.
-Γιατί δεν ξέρεις να οδηγείς με ταχύτητες;
-Γιατί από τότε που πήρα το δίπλωμα δεν ξανάπιασα ταχύτητες.
-Πότε πήρες το δίπλωμα;
-Το 1987 ενώ ήμουν στη σχολή.
-Με την πρώτη το πήρες;
-Όχι με την τρίτη.
-Γιατί;
-Του λέω.
-Τι έκανες χθες βράδυ;
-Κοιμήθηκα.
-Τι ώρα κοιμήθηκες;
-Γύρω στις δώδεκα.
-Γιατί τόσο αργά αφού ξυπνάς τόσο πρωί;
-Γιατί γύρισα από την άλλη δουλειά στις έντεκα, μέχρι να κάνω έναν ντουζ, να φάω κάτι, πήγε δώδεκα.
-Γιατί δουλεύεις σε δεύτερη δουλειά;
-Γιατί μου αρέσει το περιβάλλον, το γουστάρω και ήταν ιδιαίτερα τιμητική η πρόταση, χωρια το οικονομικό που είναι πολύ καλά τα λεφτά…
-Ποιος σου έκανε την πρόταση να πας.
-Ο διεύθυντής μου στο νοσοκομείο, τους έστειλα ένα βιογραφικό, μου πήραν συνέντευξη και με προσέλαβαν.
-Ποιος σου πήρε τη συνέντευξη;
-Ο ιδιοκτήτης του κέντρου.
-Πόσων χρονών είναι;
-Δεν ξέρω.
-Παντρεμένος;
-Δεν ξέρω.
-Σου κολλάει;
-Όχι.
-Τι σου λέει;
-Ξεφεύγεις λίγο Μάκη!
-Γιατί σε ενοχλεί;
-Γιατί μόνο ρωτάς και πράγματα ανούσια.
-Τι έχεις να κρύψεις;
-Εεεεεεεεε;
-Πότε χώρισες από την τελευταία σχέση σου;
-Γιατί χώρισες από την τελευταία σχέση σου;
-Τον απάτησες τον τελευταίο;
-Απάτησες ποτέ σύντροφο;
-Πόσο διαρκούν οι σχέσεις σου;
-Γιατί χωρίζεις;
-Γιατί δεν ξαναπαντρεύτηκες;
-Γιατί μένεις εκεί;
-Γιατί δε μένεις με τη μαμά σου;
-Γιατί δε σταματάς από τη δεύτερη δουλειά;
-Γιατί σου αρέσει η δεύτερη δουλειά;
-Γιατί κάθεσαι τόση ώρα στη δεύτερη δουλειά;
-Από πού ψωνίζεις ρούχα;
-Από πού ψωνίζεις παπούτσια;
-Ποιος βάφει τα μαλλιά σου;
-Γιατί πας σε αυτό το κομμωτήριο;
-Γιατί ήσουν στον Ο… προχθες βραδυ;
-Πόσα χρόνια ξέρεις τον Ο…;
-Γιατί δεν έχετε κάνει σχέση με τον Ο…;
-Γιατί πας το αυτοκίνητο για σέρβις στον ξάδερφο του Ο και όχι στη BMW;
-Γιατί, γιατί, γιατι, γιατί…
-Τι ψάχνεις σε έναν άντρα;
-Να μη  με ανακρίνει!!!!!!!!
Σηκώνομαι, κάνω νόημα στο μαιτρ να μου φέρει το παλτό μου, και βγαίνω μέχρι να πληρώσει ο Μάκης. Μέχρι να έρθει αυτός έχω σταματήσει ταξί, έχω μπει και έχω γίνει καπνός.

Απολογισμός: μια σφυρίδα που μου κάθισε στο λαιμό λόγω ανάκρισης, ένα τακούνι γδαρμένο λόγω των χαλικιών που είχε απ’ έξω η Ιθάκη, ένας πονοκέφαλος και δυο ώρες κράξιμο στον Ο... που νομίζει ότι ο Μάκης είναι επιχειρηματίας και όχι ανακριτής των Ες Ες!

Από το Blogger.

ΤΑ ΠΑΤΡΙΑ ΕΔΑΦΗ

ΤΑ ΠΑΤΡΙΑ ΕΔΑΦΗ
ΑΝ ΔΕΝ ΠΑΙΝΕΨΕΙΣ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΣΟΥ ΠΕΦΤΕΙ ΚΑΙ ΣΕ ΠΛΑΚΩΝΕΙ

Αναγνώστες