ΒΡΕ ΚΑΛΩΣ ΤΟ ΜΟΥ!

Ronin.gr - widget IP και λειτουργικού

11 Ιουλ 2012

ΤΑ ΧΡΩΜΑΤΑ ΕΙΧΑΝ ΠΑΨΕΙ ΝΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ (λογοτεχνικό Σάββατο)


Όλη της η ζωή ήταν μια περιπέτεια.
Έφυγε με την υποτροφία από την Ελλάδα για να πετύχει. Και ίσως να ήταν πετυχημένη.
Έφτασε στη Νέα Υόρκη χωρίς να γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα. Εγκαταστάθηκε σε ένα φτηνό ξενοδοχείο. Έπαιρνε δυο μετρό και ένα λεωφορείο για να πάει στα μαθήματα του πανεπιστημίου και έπρεπε να κουβαλά όλον τον εξοπλισμό της μαζί και ας ταξίδευε δυο ώρες κάθε μέρα μέχρι τον προορισμό της. Η οικογένειά της δεν μπορούσε να της στείλει περισσότερα χρήματα. Και με αυτά τα λίγα πορευόταν.
Σε δυο μήνες βρήκε δουλειά σε μια γκαλερί. Αυτό τη βοήθησε να ζει πιο αξιοπρεπώς, αλλά δεν τη βοήθησε να μετακομίσει πιο κοντά στο πανεπιστήμιο, γιατί ναι μεν τα χρήματα της έφταναν πια, και ζήτησε να σταματήσουν οι δικοί της να της στέλνουν, αλλά αν ήταν κοντά στο πανεπιστήμιο, θα ήταν μακριά από τη δουλειά. Συμβιβάστηκε με το να μείνει σε ένα λίγο καλύτερο ξενοδοχείο κοντά στη δουλειά που της επέτρεπαν κιόλας να ανεβαίνει στην ταράτσα να ζωγραφίζει.
Και σήμερα εκεί ήταν. Είχε στήσει το καβαλέτο της, είχε απλώσει γύρω της τους πτυσσόμενους πάγκους της με τα χρώματα της. Είχε τα πινέλα της σε αρρωστημένη σειρά. Τι σόι ζωγράφος ήταν αυτή με τόσες εμμονές και τόσες ψυχαναγκαστικές ιδιαιτερότητες, ήταν κάτι που πολλές φορές αναρωτιόταν. Συνήθως, οι ζωγράφοι ήταν εξαιρετικά ανοργάνωτα άτομα. Στην Ειρήνη όμως άρεσε η τάξη. Το εργαστήριό της στο πανεπιστήμιο ήταν καθαρό, τακτοποιημένο, ήταν υπόδειγμα τάξης και καθαριότητας.
Από μικρή ήταν έτσι. Η τάξη της έδινε την αίσθηση του κίτρινου χρώματος της ώχρας. Η αταξία της δημιουργούσε την αίσθηση του κόκκινου της φωτιάς. Χρώμα που δύσκολα χρησιμοποιούσε. Που προσπαθούσε να αποφεύγει έτοιμο, προτιμούσε να το δημιουργεί.
Ήταν πολύ θυμωμένη. Πράσινο έντονο ήταν το χρώμα που έβλεπε σε όλα τα πράγματα όταν ήταν θυμωμένη. Πράσινο, όσο και να κοίταγε τον ουρανό, δεν έφευγε.
Ήταν ακόμα πολύ πρωί και είχε ψύχρα. Ήταν όμως καλά ντυμένη. Έπρεπε άλλωστε. Το χειρουργείο την προηγουμένη, της επέβαλλε να είναι καλά ντυμένη και να τρέφεται σωστά για μερικές μέρες.
Ο ψυχικός της κόσμος ήταν ένα συνονθύλευμα χρωμάτων. Μαύρο της απελπισίας, κόκκινο του πάθους, πράσινο του θυμού, σκούρο μπλε της θλίψης, κίτρινο της αισιοδοξίας, καφέ των τύψεων. Οι άλλοι συμφοιτητές της είχαν άλλη άποψη για τα χρώματα και απέδιδαν τις ιδιομορφίες της τη μοναδικότητά της στο μεσογειακό της ταπεραμέντο…
Έσφιξε τη ζακέτα της γύρω από το σώμα  της. Το σώμα που τόσο βάναυσα ταλαιπώρησε πριν 24 ώρες. Κοίταξε την κοιλιά της. Επίπεδη. Το στενό τζιν την κολάκευε. Είχε πολύ λεπτό σωματότυπο.
Αυτός ο σωματότυπος ήταν που έφερε κοντά της τον Γκρεγκ. Ό Γκρεγκ ήταν ένας από τους καθηγητές του πανεπιστημίου. Νέος,  όμορφος, επιτυχημένος, γοητευτικός, με τις κατάλληλες διασυνδέσεις. Και με μια πανέμορφη και πλούσια σύζυγο που βοήθησε πολύ στην επιστημονική καριέρα και την κοινωνική καταξίωση του συζύγου της. Και πολύ χαζή για να καταλάβει τις απιστίες του γοητευτικού και ταλαντούχου συζύγου της.
Ο Γκρεγκ γοητεύτηκε από τη νέα ελληνίδα. Του θύμιζε τη γιαγιά του που συχνά του έλεγε ιστορίες από την Ελλάδα. Γκρεγκ από το Γρηγόρης όπως ο παππούς του. Τρίτη γενιά μεταναστών ο καθηγητής, με τη δικαιολογία πως η νεαρή ελληνίδα είχε το τσαγανό της γιαγιάς του, βοήθησε να βρεθεί δουλειά για την Ειρήνη, να τακτοποιήσει διάφορα έγγραφα και διαδικασίες, να βρει λογιστή και σαν ανταπόδοση ζήτησε ένα δείπνο μαζί του. Και το δείπνο έφερε τη βόλτα στο σέντραλ παρκ, η βόλτα έφερε την επίσκεψη στο μητροπολιτικό μουσείο τέχνης, το μουσείο τέχνης την παράσταση της Κάρμεν στην όπερα της Νέας Υόρκης και η όπερα το κύλισμα των δυο κορμιών στα σεντόνια στο δωμάτιο της Ειρήνης.
Και αυτό κράτησε δυο χρόνια. Δυο χρόνια που η Ειρήνη πάλευε ανάμεσα στη γνώση και τον έρωτα. Γνώση στο πανεπιστήμιο, έρωτα στα κρυφά. Ανάμεσα στην επιτυχία και τη ζήλεια. Επιτυχία στις εργασίες στο πανεπιστήμιο και ζήλεια που δεν μπορούσε να έχει τον Γκρεγκ δικό της. Ανάμεσα στο φθόνο και στην απόγνωση. Φθόνο από τους συμφοιτητές που πολύ γρήγορα ξεχώρισε η ευρωπαία με τη βοήθεια του καθηγητή που είχε επίσης ελληνική καταγωγή και απόγνωση πως η σχέση με έναν παντρεμένο δεν οδηγεί πουθενά.
Η Ειρήνη έπιασε και τοποθέτησε τον καμβά στο καβαλέτο. Τον χάιδεψε όπως έκανε πάντα. Πέρασε το χέρι της πάνω από την επιφάνειά του σαν να προσπαθούσε να της πει ο καμβάς τι θα ήθελε να έχει επάνω. Σα να ήθελε να τον καλοπιάσει που θα του χάλαγε το αψεγάδιαστο λευκό του. Κοίταξε άλλη μια φορά τη μέρα που χάραζε. Το δεκαόροφο ξενοδοχείο ήταν κοντά στο Μανχάταν. Πολύ πολύ κοντά. Όμως μερικά ψηλότερα κτήρια έκοβαν τη θέα στους δίδυμους πύργους του ήταν το σήμα κατατεθέν. Ο ήλιος που ανέτειλε, βόηθαγε στην επιλογή χρωμάτων και ο ψυχρός ακόμα αέρας της νύχτας την κρατούσε σε επαγρύπνηση παρόλο που δεν είχε κοιμηθεί το προηγούμενο βράδυ.
Η ώρα ήταν επτά. Η πόλη άρχιζε σιγά σιγά να ξεκινά τους ξέφρενους ρυθμούς της. Άρχιζαν να ακούγονται κορναρίσματα. Ο κόσμος ξυπνούσε και πολλοί ξεκίναγαν τη μέρα τους με τρέξιμο. Περνούσαν στους δρόμους τρέχοντας και οι ταξιτζήδες τους τιμωρούσαν με μακρόσυρτα κορναρίσματα. Σκυλιά γάβγιζαν. Τα αφεντικά τους τα έβγαζαν βόλτα πριν φύγουν για τις δουλειές τους.
Εικόνες που η Ειρήνη ήθελε να βάλει στο μεγάλο πίνακα που ήθελε να δημιουργήσει.
Ετοίμασε την παλέτα της και πήρε το μεγάλο πινέλο για να φτιάξει το φόντο. Χωρίς να το σκεφτεί, πήρε και άπλωσε στον καμβά ένα έντονο γαλάζιο. Σαν το πουκάμισο του Γκρεγκ τη μέρα που τη κάλεσε στο γραφείο του για να τη ρωτήσει δήθεν για τη πολιτιστική και δη την εικαστική κατάσταση στην Ελλάδα. Γαλάζιο σαν το βλέμμα του που κάθισε πάνω της και ήταν τόσο διεισδυτικό που ένιωθε ότι έφτασε στα μύχια της καρδιά της. Άπλωνε το χρώμα και θυμόταν τα γέλια και τα σχόλια που έκανε ο Γκρεγκ για όσα του έλεγε για τη σχολή καλών τεχνών και τις ανύπαρκτες  ευκαιρίες για τους πτυχιούχους. Θυμόταν πως σκοτείνιασε το βλέμμα του όταν του είπε που έμενε. Θυμήθηκε πως την κάλεσε μια βδομάδα μετά και τη σύστησε σε μια απόφοιτη του πανεπιστημίου που διεύθυνε μια γκαλερί και χρειαζόταν μια ξεναγό. Θυμήθηκε την ευγνωμοσύνη  που ένιωσε και το χαμόγελό του όταν τον κοίταξε στα μάτια με τόση χαρά.
Θυμήθηκε την πρώτη μέρα στη γκαλερί και το πόσα έμαθε μέσα σε λίγες ώρες. Θυμήθηκε την έκπληξή της όταν της είπαν το μισθό που θα έπαιρνε. Θυμήθηκε την έκπληξη και τη χαρά της μητέρας της όταν το άλλο πρωί της τηλεφώνησε για να της πει τα νέα.
Θυμήθηκε τη χαρά με την οποία διάλεγε τα ελληνικά προϊόντα από το ντελικατέσεν για να φτιάξει ένα καλάθι ευχαριστίας για τον Γκρεγκ. Θυμήθηκε την  έκπληξή του όταν του το πήγε και την ερώτησή του για τον λογιστή που έπρεπε να βρει γιατί τώρα θα έπρεπε να κάνει φορολογική δήλωση κάθε τρεις μήνες. Θυμήθηκε το γέλιο του όταν τον κοίταξε με διάπλατα ανοιγμένα μάτια γιατί δε φαντάστηκε ποτέ κάτι τέτοιο. Θυμήθηκε τον τρόπο που την αγκάλιασε από τους ώμους, την οδήγησε στο γραφείο του και της έδωσε μια κάρτα ενός λογιστή. Θυμήθηκε πως του είπε πως δεν ήξερε πώς να τον ευχαριστήσει για ότι έκανε για αυτή και θυμήθηκε πως σκοτείνιασε το πρόσωπό του και της είπε πως αυτός ήξερε πως θα τον ευχαριστούσε. Ήθελε να δειπνήσουν ένα βράδυ μαζί.
Και θυμήθηκε πως άρχισαν όλα. Άπλωσε πάνω στον καμβά ένα απαλό ροζ, σαν το φόρεμα που έβαλε το βράδυ που βγήκαν μαζί για πρώτη φορά. Σαν το τραπεζομάντηλο που είχε το ιταλικό εστιατόριο που την πήγε. Σαν το συναίσθημα που ένιωσε όταν  έπινε το κόκκινο κρασί και γέλαγε με τα αστεία του Γκρεγκ για τα έργα μερικών συμφοιτητών της.
Άπλωσε σκούρο μπλε όπως ο ουρανός το βράδυ που άργησε στο εργαστήριό της και όταν πήρε το δρόμο της επιστροφής για το ξενοδοχείο της. Σαν το φόβο της όταν κάποιος σταμάτησε το αυτοκίνητό του δίπλα της πριν φτάσει στη στάση του λεωφορείου. Σαν την ανακούφιση όταν είδε τον Γκρεγκ στο τιμόνι. Σαν το χρώμα του αυτοκινήτου του που την πήγε ως το Μανχάταν και της πρότεινε μια βόλτα στο σέντραλ παρκ. Σαν τη μαγεία που ένιωθε δίπλα του και δεν μπόρεσε να του αρνηθεί. Σαν το χρώμα της λίμνης που γύρω της, στο μικρό μπιστρό, έφαγαν.
Άπλωσε κόκκινο στον καμβά. Σαν τα παπούτσια που φορούσε το βράδυ που τον συνόδευσε στη μητροπολιτική όπερα να δουν μια παράσταση με τα μεγαλύτερα ονόματα διεθνώς. Σαν το φόρεμα της Κάρμεν την ώρα της σύλληψής της. Σαν τη ζεστασιά της παλάμης του Γκρεγκ όταν της έπιασε το χέρι στο μέσον της άριας του δον Χοσέ. Σαν την προσμονή που την γέμισε σε όλη τη διάρκεια της παράστασης. Σαν το φιλί που της έδωσε όταν την άφησε στην πόρτα του ξενοδοχείου της. Σαν το χτύπημα στην πόρτα της λίγο αργότερα, όταν ανίκανη να κοιμηθεί, είχε καθίσει στο παράθυρό της και ανέπνεε τον κρύο αέρα για να συνέλθει. Σαν το πάθος που όλη τη νύχτα τους κρατούσε αιχμάλωτους στο διπλό κρεβάτι. Σαν το αίμα που κυλούσε από τα χείλη της όταν τα δάγκωνε από ηδονή.
Άπλωσε κίτρινο. Ζωηρό, φωτεινό, έντονο. Όπως ό ήλιος το άλλο πρωί που τον ξεπροβόδισε στην είσοδο του ξενοδοχείου. Όπως έβλεπε τη ζωή κάθε μέρα όταν ήξερε πως η καρδιά της άνηκε σε αυτόν τον άντρα. Όπως οι κριτικές που έπαιρνε από τους καθηγητές της. Όπως οι μέρες που ξέκλεβαν μαζί για μικρές αποδράσεις στη θάλασσα ή το βουνό. Όπως τα δώρα που της έκανε. Όπως νόμιζε πως θα ήταν η ζωή της.
Άπλωσε λευκό. Όπως στάσιμη παρέμενε η σχέση τους. Λίγες ώρες, στην καλύτερη, ένα διήμερο κλεμμένες από μια πραγματική ζωή. Λευκά όπως έμεναν τα περισσότερα βράδια της. Λευκό όπως το μαξιλάρι πάνω στο οποίο έπνιγε τους λυγμούς και στέγνωνε τα δάκρυά της.
Άπλωσε μαύρο. Σαν τις μαύρες σκέψεις της να τον χωρίσει και να τον έχει δικό της. Σαν το κινητό της που χρησιμοποιούσε να του στέλνει μηνύματα μέσα στη νύχτα όταν ήξερε πως θα προβλημάτιζαν τη γυναίκα του. Όπως τα σημάδια που άφηνε στα πράγματά. Όπως το κουτί που πέταξε τα αντισυλληπτικά της χάπια.
Άπλωσε πράσινο. Όπως ο θυμός της όταν της είπε πως το παρατραβά. Όπως ο θυμός του όταν του είπε πως είναι έγκυος. Όπως τα πλακάκια στο χειρουργείο που έκανε την έκτρωση μια πέρα πριν.
Άπλωνε χρώματα και πινελιές μέχρι να τελειώσουν τα χρώματα ή απόγνωσή της. Η ώρα ήταν δέκα. Δέκα το πρωί της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης. Δυο ώρες πριν δυο αεροπλάνα είχαν πέσει στο βόρειο και νότιο πύργο του διεθνούς κέντρου εμπορίου. Η Ειρήνη όμως δεν το ήξερε αυτό. Δεν είχε τηλεόραση στην ταράτσα του ξενοδοχείου της. Είχε άδεια από τη δουλειά της λόγω του χειρουργείου της, δε θα πήγαινε στο πανεπιστήμιο γιατί δεν ήθελε να δει τον Γκρεγκ, άκουγε τις σειρήνες και τα ελικόπτερα αλλά αυτού του είδους η τρέλα ήταν συνηθισμένη στη Νέα Υόρκη.
Άπλωνε τα χρώματά της με πάθος. Με πόνο. Πόνο που θα έπρεπε να μάθει να ζει χωρίς τον Γκρεγκ. Χωρίς τον έρωτά του, χωρίς το γέλιο του, χωρίς το παρηγορητικό του αγκάλιασμα. Με απελπισία. Είχε πέσει τόσο χαμηλά για έναν άντρα. Για να μην τον χάσει και τον έχασε οριστικά. Είχε υποτιμήσει τη δύναμη του χρήματος και του κοινωνικού γίγνεσθαι. Είχε υπερτιμήσει την δύναμη του πάθους. Είχε υποτιμήσει τη δύναμη του κατεστημένου. Με απόγνωση. Είχε τολμήσει να ρισκάρει μια εγκυμοσύνη που ίσως να κατάφερνε να κερδίσει το αντικείμενο της αγάπης της. Αλλά έχασε. Έχασε τον Γκρεγκ, έχασε τον αυτοσεβασμό της. Έχασε το παιχνίδι και θα έχανε και τη ζωή της αν έφερνε στον κόσμο ένα παιδί. Το μήνυμα ήταν πεντακάθαρο. Το έπιασε αμέσως. Έχασε και το παιδί. Συνειδητά. Με σταθερά βήματα περπάτησε στο νοσοκομείο, με σταθερή φωνή είπε ότι ήθελε να κάνει έκτρωση. Με σταθερή φωνή απέκρουσε ένα σωρό προτάσεις από κοινοτικούς φορείς και κοινωνικούς λειτουργούς. Με σταθερό βήμα έφτασε το προηγούμενο βράδυ στο ξενοδοχείο της. Και εκεί λύγισε. Άφησε όλα τα δάκρυα που προσεκτικά κράταγε να ξεχυθούν ελεύθερα. Όλη τη νύχτα.
Και το πρωί βρήκε παρηγοριά στο μόνο πράγμα που μπορούσε. Στη δημιουργία.
Ζωγράφιζε για να ξορκίσει τη μοναξιά. Για να εξιλεωθεί για τις ποταπές πράξεις της να παγιδεύσει κάποιον. Για να ζητήσει συγνώμη από το αγέννητο παιδί της. Για να πάρει κουράγιο να συνεχίσει να τον βλέπει χωρίς να κόβονται τα πόδια της. Για να γεμίσει την άδεια καρδιά της.
Ζωγράφιζε σχεδόν τρεις ώρες. Έκανε πίσω να δει και να αξιολογήσει το έργο της μέχρι τώρα. Ή ώρα ήταν 10:24, είδε τις σκληρές γραμμές αλλά τις άφησε γιατί ήθελε να δώσει ένα τόνο σκληρότητας, είδε τα απαλά χρώματα, ροζ, γαλάζιο, κίτρινο, μπλε. Είδε το κόκκινο που την παρέσυρε, τις όμορφες πινελιές που μπλέκονταν με άλλα χρώματα και έφτιαχνα μωβ, πορτοκαλί, καφέ…
Η ώρα ήταν 10:28. Ο βόρειος πύργος των διδύμων πύργων κατέρρευσε και μερικά λεπτά αργότερα και ο νότιος. Ένα πυκνό κύμα σκόνης σηκώθηκε και κάλυψε τη Νέα Υόρκη για αρκετά τετράγωνα από σημείο των πύργων. Η Ειρήνη είχε την πλάτη της γυρισμένη στους πύργους και στα αυτιά της τα ακουστικά για να ακούει μουσική και δεν είδε το σύννεφο με τη σκόνη. Ήταν απορροφημένη με το να αξιολογεί την πρόοδο της δουλειά της.
Και ενώ εκτιμούσε τα χρώματα ένα μαύρο πράγμα σκέπασε τα πάντα και τα χρώματα χάθηκαν.
Έχασε τις αισθήσεις της. Συνήλθε λίγη ώρα αργότερα. Τα πάντα ήταν γκρίζα. Το καβαλέτο είχε πέσει. Ο πίνακας είχε ένα στρώμα στάχτης επάνω. Τα τραπέζια με τα χρώματα και τα πινέλα είχαν πέσει και είχαν σκορπίσει παντού. Ο πίνακας ήταν εκεί. Τον πήρε και προσπάθησε να τον τινάξει. Τα χρώματα είχαν πάψει να υπάρχουν…

26 σχόλια:

  1. Η επιθυμία για καταξίωση..τα θεμιτά και αθέμιτα μέσα που χρησιμοποιούνται σκοτεινιάζουν την παλέτα της ζωής...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. είναι όμως μέσα στην ανθρώπινη φύση. ο καθένας χρησιμοποιεί τα όπλα του. ποιος είπε ότι η ζωή είναι δίκαιη;

      Διαγραφή
  2. Αγαπητή μου φιλενάδα, θα μπορούσαμε να κάνουμε ένα μυθιστόρημα με το κείμενο σου, όχι, καλύτερα μία νεωτεριστής ταινία! Μπράβο, μια μεγάλη ιστορία, όπως η ζωή, με όλα τα χρώματα.

    Ένα φιλί και ευχαριστώ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. και εγώ σαν ταινία το έβλεπα. με κατάλαβες αμέσως φιλενάδα!
      εγώ σε ευχαριστώ...

      Διαγραφή
  3. υπέροχο!πάλι θα ζητήσω συνέχεια........
    καλημέρα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. συνέχεια δεν έχει. είναι αυτοτελή επεισόδια!!!
      χαίρομαι που σου άρεσε!

      Διαγραφή
  4. συμφωνώ με Veronica ότι θα μπορούσε να ήταν μυθιστόρημα ή να γίνει ταινία, εμπνευσμένο άλλη μια φορά, σου πάει το Λογοτεχνικό, φιλιά

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. λες ότι το έχω τελικά εεε; το ίδιο λένε και οι φίλοι μου, αλλα μπορεί να το λετε για να μη με πληγώσετε...
      χαίρομαι που άρεσε!

      Διαγραφή
  5. Πρώτα απ όλα η γραφή σου είναι υπέροχη

    Δεύτερον η ιστορία ενδιαφέρουσα, ιδιαίτερα το γεγονός ότι αναγνωρίζεις και κατ' επέκτασιν βάζεις την ηρωίδα σου να αναγνωρίσει τα σφάλματά της, δεν τη θυματοποιείς και μ αρέσει πολύ αυτό

    Τρίτον, τη ρούφηξα ολάκερη σαν ένα δροσερό ποτήρι λεμονάδα

    Γι αυτό και για άλλα πολλά σ αγαπώ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. χαίρομαι που σου άρεσε. και εγώ σ αγαπώ γλυκέ μου. γιατί είσαι ακομπλεξάριστος και με χιούμορ. και κούκλος!

      Διαγραφή
  6. Με ταξίδεψες Ρια μου ,ένιωσα ότι και αυτή η κοπέλα στο κάθε χρώμα που τοποθετούσε στον καμβά!
    πολύ όμορφο κείμενο να σε καλά..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. ευχαριστώ φούλη μου. μεταξύ βουτιάς και φωτογραφίας, ρίχνεις και μια βόλτα στα μπλογκ. τι κάνει η εγγόνα;

      Διαγραφή
  7. Πολύ ωραίο κείμενο. Περιμένω επόμενο.
    να είσαι καλά
    φιλιά

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. με τον αμέσως επόμενο τίτλο μαρία μου θα κάνω ανάρτηση. αν και βρήκα πολλά σήμερα που δεν τα είχα δει λογοτεχνικά σάββατα. έγραψα τους τίτλους και τα σαββατοκύριακα θα τα αναπτύξω και από βδομάδα σε νέες περιπέτειες!

      Διαγραφή
  8. Θα το απολαμβανα καλύτερα...ξαπλωμένη σε μια παραλία ....με ένα δροσερό καφεδάκι....και όχι βράζοντας με τα ζουμιά μου ...μέσα στο σπίτι...
    Είσαι πολύ καλή ...το ξέρεις?? Φιλιά

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. ευχαριστώ μία μου. και εσύ πλέκεις ονειρικά κομμάτια.
      χαίρομαι που άρεσε.

      Διαγραφή
  9. Καλησπερούδια από τη δροσερή μου τη σκιά.
    Το πυθάρι που μένω είναι αρκετά αναπαυτικό.
    Διογένης
    (κάποιοι με λένε κυνικό)
    Φιλιά!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. στο πυθάρι δε θα θες και κλιματιστικό. και με το ταλέντο σου στη διακόσμηση θα το κάνεις παλατάκι!
      φιλιά!

      Διαγραφή
  10. Καλησπέρα
    Μου άρεσε πολύ το κείμενο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. ευχαριστώ πολύ και καλώς μας ήρθες. είναι ένα μπλογκοπαίχνιδο. μια φίλη δίνει τον τίτλο και εμέις γράφουμε ότι θέλουμε. εγώ συνήθως, δηλαδή πάντα, γράφω ένα διήγημα... μπορείς και συ να συμμετέχεις.

      Διαγραφή
  11. Γιατί τόση θλίψη βρε Ρία; Μήπως σ' έχει επηρρεάσει το κλίμα της εποχής;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. που είναι η θλίψη; απογοήτευση από τον εαυτό της ναι.
      θυμός με τη συμπεριφορά της επίσης. όχι όμως θλίψη...

      και ναι οι καταστάσεις με στενοχωρούν αλλά αυτό δεν επηρρεάζει τη γραφή μου!

      Διαγραφή
  12. πολλή πικρα βγάζει το γραπτό σου Ριακι ? γιατί ?

    φιλια πολλα και καλό βραδυ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. έχω όρεξη και θα σου αναπτύξω την άποψή μου.

      από τη στιγμή που ο τίτλος λέει ότι έπαψαν να υπάρχουν τα χρώματα, θες δε θες, κάτι κακό θα γίνει. ο τίτλος έχει από μόνος του περιορισμό. οπότε ή θα έβαζα κάποιον να τυφλωθει με κάποιο τρόπο, που όλοι κάπως έτσι θα το έβλεπαν, ή ένας πίνακας θα χανόταν. πως όμως θα χτίσω ένταση αν δεν εξηγήσω τι την οδήγησε να φτιάξει τον πίνακα; ολα ρόδινα θα είναι; όλα στα σύννεφα; να είναι κάτι ρεαλιστικο. όπως η καθημερινότητά μας.

      για αυτό το λόγο έβαλα και το συμβάν στη νέα υόρκη για να μπορώ να το κολλήσω με την κατάρρευση των πύργων. υπαρκτο γεγονος, θα μπορούσε να έχει συμβει ότι περιγράφω.

      και προσωπικά δεν το βρίσκω καταθλιπτικό. με έντονο συναίσθημα ναι, αλλά όχι πικρία. είναι πράγματα που όλοι τα έχουμε ακούσει ή ζήσει στο περιβάλλον μας!
      αποτύπωση της πραγματικής ανθρώπινης φύσης είναι φιλενάδα!

      Διαγραφή
  13. Εμ, στους Δίδυμους Πύργους είχαν την έδρα τους μεγάλες παρατράπεζες, από αυτές που κατέστρεψαν την παγκόσμια οικονομία κι έχουν βυθίσει τον πλανήτη στο φόβο και στη φτώχια. Αναρωτιέμαι τελικά, ποιοι ήταν οι τρομοκράτες; Οι αεροπειρατές ή αυτοί που ήταν στους Δίδυμους Πύργους;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. φίλε, εγώ δεν έκανα ανάλυση του τι ήταν ή του τι έγινε στους δίδυμους πύργους. διάβασες ένα διήγημα και αυτό έχεις να σχολιάσεις;
      τότε έχασες το δάσος και κολλησες στο δέντρο. λυπάμαι!

      Διαγραφή

οι δικές σου σκέψεις ποιές είναι;

σχόλια γραμμένα με αγγλικούς χαρακτήρες θα σβήνονται αμέσως. αν δε γνωρίζετε πως γυρνά το πληκτρολόγιο στα ελληνικά, ρωτήστε να μάθετε!

Από το Blogger.

ΤΑ ΠΑΤΡΙΑ ΕΔΑΦΗ

ΤΑ ΠΑΤΡΙΑ ΕΔΑΦΗ
ΑΝ ΔΕΝ ΠΑΙΝΕΨΕΙΣ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΣΟΥ ΠΕΦΤΕΙ ΚΑΙ ΣΕ ΠΛΑΚΩΝΕΙ

Αναγνώστες