Μητρός τε και πατρός και των άλλων προγόνων απάντων τιμιώτερον η πατρίς εστί και σεμνότερον και αγιώτερον και εν μείζονι μοίρα και παρά θεοίς και παρ' ανθρώποις τοις νουν έχουσι.
ΠΛΑΤΩΝΟΣ «ΚΡΙΤΩΝ», 12
Απλά ετοιμάζω μια ομιλία που έχω να κάνω και τρέχω. Δε φτάνει που θα την κάνω σε ένα σχολείο, θα είναι και διπλή. Μια για τα παιδάκια, μια για τους γονείς και τους δασκάλους. Τώρα που σε μερικά χρόνια θα είμαι απόστρατη, αρχίζω να προετοιμάζω το έδαφος τι θα κάνω όταν θα κάαααααθομαι! Λοιπόν, μόλις έχω νεώτερα θα σας ξαναδώ. Ελπίζω να είστε καλά, να προσέχετε και να φροντίζετε ο ένας τον άλλο. Φιλιά. Θα τα πούμε την Τρίτη που θα επιστρέψω από τα κρύα και τα κοψίδια. Όπως καταλάβατε τις δυο ομιλίες θα τις κάνω στην Καρδίτσα.
Βεβαίως και θα μπορούσε να τη δει ο γιατρός, αυτή άλλωστε
είναι η δουλειά του…
…αν δεν ήταν ξαπλωμένος στο φορείο και με τον ορό να πέφτει
στο δεξί του χέρι και τη νοσηλεύτρια να του κάνει μια ενδομυϊκή στον αριστερό
γλουτό!
Άλλο σκηνικό εντελώς εξωφρενικό.
Ο γιατρός μπαίνει στην τουαλέτα του γραφείου του να
κατουρήσει. Βλέπει ο ασθενής που περιμένει απ’ έξω τον προηγούμενο να βγαίνει
από το γραφείο, μπαίνει, βλέπει το γιατρό να μπαίνει στο μπάνιο του και πριν
προλάβει ο γιατρός να κλείσει την πόρτα, ο ασθενής χώνει το χέρι του μέσα με
μια αρμαθιά χαρτιά και του λέει:
-Γιατρέ θα μου γράψεις αυτές τις εξετάσεις στο βιβλιάριο;;;
Ώρα έξι το απόγευμα. Έρχεται
ο συγγενής και απαιτεί να δει
το διευθυντή της κλινικής που δεν έχει ένα τέταρτο που έφυγε από το νοσοκομείο.
Κανονικά το ωράριο είναι ως τις τρεις. Ο γιατρός έφυγε στις έξι παρά τέταρτο
γιατί κάποιος πέθανε και έπρεπε να υπογράψει τα χαρτιά. Του τηλεφωνεί. Ο
άνθρωπος δεν έχει φτάσει ακόμα σπίτι του και επιστρέφει. Και ο συγγενής τι τον
θέλει; Να τον ρωτήσει αν πεθάνει ο άρρωστος, θα μπορούσε το νοσοκομείο να τον
κρατήσει δυο μέρες στο νεκροθάλαμο για να προλάβει να έρθει για την κηδείαο ανιψιός του από τη Γερμανία;
Πρωί. Έξι το πρωί. Έρχεται γιαγιά, σε ληθαργική κατάσταση.
Οι συγγενείς παρακαλούν να μην την αφήσουμε να πεθάνει για να προλάβει να
αλλάξει τη διαθήκη της. Σημείωση. Η γιαγιά έχει Alzheimerκαι είναι χωρίς επικοινωνία δυο
χρόνια. Τρώει από γαστροστομία, έχει ουροκαθετήρα, είναι κλινήρης και σε σπαστικότητα
εδώ και οκτώ μήνες.
Είναι Σάββατο πριν την Κυριακή του Θωμά, ώρα δύο και μισή τη
νύχτα. Ξυπνούν το χειρουργό εφημερίας για να δει ένα χτύπημα στο κεφάλι. Ο
γιατρός τρέχει στα επείγοντα. Βλέπει μια κύρια γύρω στα πενήντα να είναι
καθιστή στην εξεταστική κλίνη και ένα νέο γύρω στα 25 να στέκεται όρθιος δίπλα
της.
-Ποιος είναι ο ασθενής; Ρωτά ο γιατρός.
-Εγώ απαντά η κυρία.
-Που χτυπήσατε;
-Εδώ, λέει η κύρια και σηκώνει τη φράντζα.
Ο γιατρός βλέπει ένα καρούμπαλο μεγάλο, σα να το έχει ρουφήξει
βεντούζα, στο μέτωπο.
-Πότε χτυπήσατε;
-Πριν 45 χρόνια! Απαντά η κυρία.
-Και ήρθατε σήμερα; Ρωτά ο γιατρός που έχει φορτώσει και με
κόπο συγκρατεί τα νεύρα του.
-Ξέρετε, εμείς μένουμε στη Λαμία.
-Και με χελώνα ήρθατε;
Περιττό να σας πω τη συνέχεια. Καταλαβαίνετε!
Το παρακάτω περιστατικό συνέβη σε άλλο νοσοκομείο, αλλά το
είδα με τα μάτια μου όταν έκανα ειδικότητα. Ασθενής έρχεται στα επείγοντα δέκα
και μισή το βράδυ. Είναι φανερά
καταθλιπτικός. Με το που τον βλέπουν φωνάζουν
τον ψυχίατρο που έτυχε να τον γνωρίζω και μπαίνω μαζί του στο εξεταστικό χώρο.
Ο ασθενής ξαπλώνει στην κλίνη και ο γιατρός και εγώ καθόμαστε σε δυο σκαμπώ. Ο
ασθενής αναρωτιέται μήπως τον άφησε η κοπέλα του γιατί το μόριό του είναι
μικρό. Ο ψυχίατρος παίρνει μια βαθειά ανάσα, τον κοιτά και αρχίζει να του
εξηγεί ότι ο κόλπος είναι τόσα εκατοστά και αν είναι τόσα δεν τίθεται θέμα αλλά
και μικρότερο να είναι υπάρχουν λύσεις. Ο ασθενής ξεκουμπώνει το παντελόνι,
κατεβάζει το εσώρουχο και μας δείχνει ένα πέος που φτάνει μέχρι τη μεσότητα του
μηρού! Ο ψυχίατρος σηκώνεται, το κοιτά, βγάζει το γυαλί, το ξανακοιτά, κοιτά
και τον ασθενή και του λέει σοβαρά. Ναι, το πρόβλημά σου αυτό είναι!
Εγώ βγήκα έξω και έσκασα στα γέλια. Περιττό να πω πως
παρέλασαν όλοι να δουν το «μικροσκοπικό» μόριο του ασθενούς και να πουν τη
γνώμη τους.
Νόμιζα ότι μόνο στο δικό μας νοσοκομείο οι ασθενείς είναι
τόσο παράλογοι, αλλά διαπιστώνω πως παντού τα ίδια χάλια έχουν. Γιατί; Τι
φταίει; Κάτι τέτοια με διαβεβαιώνουν πως όντως κάτι μας ψεκάζουν. Ίσως κάποια
τοξίνη. Μάλλον Χαζομαρίνη!!!
Επειδή έχασα ένα μάθημα λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων, δεν
έχω μάθει ακόμα να βάζω ή να αλλάζω φερμουάρ.
Αλλά δεν πτοούμαι.
Αυτή τη φορά, το μάθημα είχε πώς να κόβουμε μια φούστα.
Απλή φούστα, μη φανταστείτε τίποτα από αυτά που βλέπετε στις
βιτρίνες. Αλλά το κατάλαβα. Τουλάχιστον έτσι πιστεύω. Η νεκροψία θα δείξει.
Ήταν και μια κυρία που έδωσε για μια φούστα που φόραγε 70
ευρώ. Της λέω, εσύ μάθε τα καλά. Είσαι ασύμφορη στο να αγοράζεις φούστες! Και
δίκιο είχα. Η φούστα της ήταν ένας σωλήνας με λάστιχο στη μέση. Ακόμα και πριν
το μάθημα (!) θα την έφτιαχνα στο πι και φι!
Μόλις τέλειωσε το μάθημα, πήγαμε στο σπίτι της φίλης μου της
Ντοντός. Εκεί η φίλη μου έβγαλε ότι υφάσματα είχε και διαλέξαμε ένα που ήταν
αρκετά μεγάλο για να βγάλουμε τη φούστα.
Τη σχεδιάσαμε, την ξεπατικώσαμε στο ύφασμα, το καρικώσαμε το
ύφασμα και στις δώδεκα το βράδυ, την είχαμε τη φούστα έτοιμη!
Βέβαια, επειδή οι δεν ήμασταν και απόλυτα σίγουρες, δεν την
τρυπώσαμε γιατί αν είναι λάθος, μην ξηλώνουμε κιόλας!
Είδε η Ντοντό και το προηγούμενο πόστ για το μάθημα, τρελάθηκε
με τα σώβρακα και έχουμε ρίξει την καζούρα της ζωής μας σε ένα κοινό μας φίλο
που θα του φτιάξουμε εμείς οι νέες μόδιστρες σώβρακα με ζώα. Το ελεφαντάκι το
έχουμε σίγουρο. Η γαλοπούλα μας δυσκολεύει αλλά δεν το συζητάμε, θα το φτιάξουμε
και αυτό! Είμαστε αποφασισμένες να ρίξουμε το γέλιο της αρκούδας!
Αυτά. Την Τρίτη θα πάω για υφάσματα. Οπότε, βάλτε με το
μυαλό σας τι καλλιτεχνήματα θα δημιουργήσουμε την άλλη εβδομάδα. Είναι να μην
πιάνουν τα χέρια σου! Και τα δικά μας όχι απλά πιάνουν, παπάδες κάνουν!!!
…τώρα που άρχισα εγώ μαθήματα ραπτικής, θα τους σβήσω όλους
από το χάρτη!
Έπρεπε να βρω κάτι να με μαθαίνει κάτι που μου αρέσει. Μιλάω
μια μέρα με τη φίλη μου τη Ντοντό και μαθαίνω πως κάνει μαθήματα ραπτικής. Και λέω,
δεν πάω και εγώ! Και πήγα. Καλά μιλάμε, είμαι μεγάλο αστέρι. Το καρίκωμα, το
φεστόνι, το τρύπωμα, τα έσκισα. Άσε που τα ήξερα. Βλέπεις, η μάδερ, από μικρή
με έβαζε και έραβα. Άρχισα με κέντημα. Καλά μη σας πω πόσες βελονιές ξέρω, θα πάθετε
πλάκα! Μετά περάσαμε σε πιο δύσκολα πράγματα, να στριφώνω, να ράβω κομβία, να ράβω
καμιά τιράντα που κόπηκε, τέτοια…
Έτσι όταν έφτασα στη σχολή Dior, παρντόν, στη σχολή ραπτικής ήθελα
να πω, κάποιες βασικές γνώσεις τις είχα.
Είδα τι χρειάζεται να έχω εκεί και τώρα ετοίμασα τα σχετικά
μου. Ψαλιδάκι και ψαλίδι, ξηλωτήρι (δεν ξέρετε τι είναι αυτό;
Σας το φυλάω για έκπληξη),
βελόνες, κλωστές, ύφασμα (προς το παρόν,
μια παλιά μαξιλαροθήκη που σκίστηκε έχω), καρφίτσες (πάρα πολλές καρφίτσες),
μαγνήτη, δακτυλήθρα, μεζούρα. Εγώ δακτυλήθρα δεν μπορώ να βάλω γιατί έχω μακριά
νύχια και δεν μπαίνει, αποτελεί όμως απαραίτητο αξεσουάρ κάθε καλής μαθήτρια
και έτσι την πήρα και εγώ.
Έχω ένα πολύ ωραίο κουτάκι από άρωμα, έβαλα την προίκα μου μέσα
και τώρα είμαι έτοιμη για το δεύτερο μάθημα.
Στο πρώτο μάθημα, το τι είπαμε, δε λέγεται. Κάποια στιγμή,
οι κυρίες συζητούσαν για το πώς γυαλίζουν τα έπιπλα, τα ξύλινα. Εκεί φίλοι μου,
κώλωσα… γυρνώ στη φίλη μου, την κοιτώ και της λέω συνωμοτικά: Ντοντό, αν είναι να
λένε τέτοια δεν ξανάρχομαι γιατί είναι γνωστό τοις πάσι, πως είμαι ανοικοκύρευτη!
Το τι γέλια έκανε η Ντοντό, δε λέγεται. Πάντως αν εξαιρέσεις τις ανταλλαγές
νοικοκυρίστικων
απόψεων, μια χαρά περάσαμε. Και επειδή είναι και σχετικά νωρίς
το μάθημα, μετά πάμε και για κανένα ποτάκι οι μέλλουσες Κοκό Σανέλ!
Να αλλάζω φερμουάρ δεν ξέρω, αλλά σκοπεύω να μάθω. Να κόψω
καμιά φούστα, να βγάζω πατρόν από το burda και μετά θα μάθω και στα φορέματα
που μου αρέσουν και στα μαντώ και πάει λέγοντας.
Οπότε μη νομίζετε, σε λίγο καιρό θα είμαι το νέο όνομα της μόδας.
Εγώ και ο Ζούλιας ένα πράγμα!
Αααα, ξέχασα, ραπτομηχανή
δεν έχω, αλλά θα πάρω. Και επειδή οι άλλες είναι πιο άξιες από εμένα, έμαθα πως ένα σούπερ μάρκετ, βάζει προσφορές σε ραπτομηχανές κάθε δυο τρεις μήνες. Και θα πάρω για αρχή μια τέτοια. Της πλάκας είναι αλλά τα βασικά τα κάνει, καρίκωμα, γάζωμα, κουμπότρυπα. Μετά που θα γίνω μεγάλο όνομα, θα πάρω μια singer. Εγγύηση ένα τέτοιο όνομα και ας μη με πληρώνουν που κάνω τέτοια διαφήμιση. Δηλαδή, όχι πως θα μου κακόπεφτε, απλά δε με πληρώνουν. Δική μου γνώμη είναι πως είναι η καλύτερη, σε τέτοια μηχανή έμαθα να κάνω κοφτό της μηχανής, να γαζώνω απλά πράγματα και μάλιστα σε μια αρχαιολογία της γιαγιάς. Την έχουμε στο υπόγειο στο εξοχικό. Εγώ την είχα χαλάσει.
Δεν τον ήξερα προσωπικά. Δεν τον είχα συναντήσει ποτέ, παρότι προσπάθησα μερικές φορές. Είχαν κοινούς φίλους με τον μπαμπά μου και ήθελα πάρα πολύ να τον γνωρίσω. Αλλά δεν ήταν γραφτό. Είχα βρει το μέηλ του και του ζήτησα ένα τραγουδάκι. Μου το έστειλε την επόμενη ημέρα. Eίχε τόσο χιούμορ, τόσο κέφι, τόση αγάπη για τον άνθρωπο και τα ζώα ο δημοσιογράφος αυτός, που πραγματικά με συγκλόνισε ο θάνατός του. Ήταν η πρωινή μου παρέα κάθε μέρα που πήγαινα στη δουλειά. Ακόμα και στην άδεια, ξύπναγα στις έξι το πρωί για να τον ακούσω. Ήμουν και θα παραμείνω φανατική θαυμάστρια των αμίμητων " Του Κίτσου η μάνα κάθονταν...". Σας παραθέτω τις πληροφορίες που βρήκα σήμερα στο ίντερνετ. Ο γιος μου ήξερε από χθες πως ο Γιάννης Καλαμίτσης, ο Γιάννης μας, έφυγε, αλλά δε μου το είπε γιατί ήξερε πως θα στενοχωριόμουν. Οι πληροφορίες είναι από το newsbeast.gr
Απεβίωσε χθες σε ηλικία 74 ετών
Άγνωστος θα παραμείνει ο τόπος και η μέρα της κηδείας του ραδιοφωνικού
παραγωγού, θεατρικού συγγραφέα και στιχουργού Γιάννη Καλαμίτση, σύμφωνα
με επιθυμία που είχε εκφράσει στην οικογένειά του.
Ο Γιάννης Καλαμίτσης άφησε χθες το μεσημέρι την τελευταία του πνοή, σε
ηλικία 74 ετών, στο Σισμανόγλειο Νοσοκομείο, μετά από πολύμηνη νοσηλεία
για νεφρική ανεπάρκεια.
Γεννήθηκε στον Πειραιά στις 31 Οκτωβρίου του 1939 και, αρχικά,
ακολούθησε το επάγγελμα του πατέρα του, δουλεύοντας ως έμπορος υφασμάτων
και γυναικείων ενδυμάτων. Άρχισε τις σπουδές του στην αρχιτεκτονική
στον Καναδά αλλά, σύντομα τις εγκατέλειψε.
Συνεργάστηκε με πολύ γνωστούς καλλιτέχνες και έγραψε επιθεωρήσεις και
στίχους που είχαν μεγάλη επιτυχία. Ασχολήθηκε ερασιτεχνικά με το
ποδόσφαιρο (δήλωνε φίλος της Προοδευτικής), τη ζωγραφική, την οινοποιία
και την ξυλουργική.
Από το 1990 παρουσίαζε την πρωινή ραδιοφωνική εκπομπή (06:00 με 08:00)
με τίτλο «Πρωινές χειρηλασίες» με μεγάλη ακροαματικότητα (αρχικά στο
ραδιόφωνο του ΑΝΤ1, από το φθινόπωρο του 2006 στην ΝΕΤ 105,8 και από
12/1/2009 στον REAL FM. Στην εκπομπή του ενσωμάτωνε στοιχεία
επιθεωρησιακά γράφοντας καθημερινώς καινούριες σκωπτικές παρλάτες και
τραγούδια, σύμφωνα με την επικαιρότητα.
Έγραψε πάνω από 400 τραγούδια, κάποια από αυτά να έχουν χαρακτηριστεί ως
πραγματικά αριστουργήματα του ελληνικού ρεπερτορίου («Υπάρχουν άνθρωποι
που ζουν μονάχοι», «Θα σ' αγαπώ», «Χώμα Ελληνικό» κτλ).
Ο Γιάννης Καλαμίτσης έχασε τη μάχη για τη ζωή καθώς το τελευταίο χρονικό
διάστημα νοσηλευόταν στο «Σισμανόγλειο» με νεφρική ανεπάρκεια.
18 Οκτωβρίου 1981 εκλέγεται το ΠΑΣΟΚ ως κυβερνών κόμμα της
χώρας μας.
21 Οκτωβρίου του ιδίου έτους, ο πατέρας μου έπρεπε να
παρουσιαστεί στη νέα του μονάδα που είχε τον ίδιο βαθμό με το διοικητή, αλλά
φυσικά δεν ήταν διοικητής αλλά τρίτος στην ιεραρχία. Ήταν η πρώτη μετάθεση της
Π.Α. μετά την εκλογή του ΠΑΣΟΚ.
Ο αρχηγός της αεροπορίας που υπέγραψε τη μετάθεση του πατέρα
μου, ήταν σόι της μαμάς μου. Ήξερε τις πολιτικές μας πεποιθήσεις και το θεώρησε
σωστό να πάρει έναν άνθρωπο από την οικογένειά του που τα παιδιά του ήταν στο
γυμνάσιο και το λύκειο και να τον στείλει σε κάποια μονάδα στην Πελοπόννησο.
Το επόμενο καλοκαίρι, παντρευόταν ο αδερφός της μάνας μου
και φυσικά ο αρχηγός της αεροπορίας ήταν καλεσμένος με τη γυναίκα του στο χωριό
μου. Τους φιλοξενούσαμε εμείς στο σπίτι μας γιατί το δικό τους ήταν ερείπιο και
γιατί το δικό μας ήταν το μοναδικό σπίτι που ήταν σύγχρονο. Είχε μόνο ένα χρόνο
που το είχαμε φτιάξει.
Το Σάββατο πριν το γάμο, κάθονταν ο μπαμπάς μου με τον
αρχηγό και πίνανε καφέ στη βεράντα αγναντεύοντας τη λίμνη. Εγώ διάβαζα στην
κούνια.
Λέει ο αρχηγός στο μπαμπά μου: «Θανάση, ξέρεις, για τη
μετάθεσή σου…»
Και ο μπαμπάς μου τον κόβει: «Κύριε αρχηγέ, τώρα εδώ είστε
φιλοξενούμενος. Δε θα μιλάμε για υπηρεσιακά θέματα. Ήρθαμε να διασκεδάσουμε.
Αυτά θα τα πούμε αν έρθετε κάποτε στη μονάδα.»
Εγώ έμεινα μαλάκας. Ήταν η τέλεια ευκαιρία να πετύχουμε τη
μετάθεση, είχαμε στραγγίξει οικονομικά με τα φροντιστήρια και δυο σπίτια, ένα
στην Αθήνα ένα στην Πάτρα και χώρια οι βενζίνες και τα έξοδα πέρα δώθε κάθε σαββατοκύριακο.
Ρωτώ τον μπαμπά μου όταν ο αρχηγός πήγε με τη γυναίκα του
επίσκεψη σε γνωστούς του, γιατί δεν τον
άφησε να απολογηθεί και γιατί δεν το συζητούσε το θέμα μπας και καταφέρναμε να
έρθει πίσω στο σπίτι μας.
-Γιατί κορίτσι μου, εγώ τον κάλεσα να μείνει σπίτι μας για
να τον εξυπηρετήσω επειδή και αυτός και η γυναίκα του είναι μαθημένοι αλλιώς.
Δε θα το εκμεταλλευτώ ποτέ, είναι ανήθικο, ανίερο και κυρίως δεν ταιριάζει με
τις αρχές μου. Και αυτό να σου γίνει μάθημα παιδί μου!
Όταν χώρισα, πήγα στο μπαμπά μου και του το είπα. Αυτός πήρε
το γιο μου αγκαλιά και του είπε: «παλικάρι μου, πάμε βόλτα στο Διόνυσο.» Εκεί
έμενε ο αδερφός του ο εισαγγελέας. Θα μας έλεγε τι πρέπει να κάνουμε από δω και
εμπρός.
Φτάνουμε στο Διόνυσο και εκεί που εξιστορώ στο θείο τι έγινε
και πως κατέληξα στην απόφαση αυτή, λέει η θεία μου: «Μόνη σου τον διάλεξες,
μόνη σου επέμενες να τον πάρεις. Δεν άκουσες κανέναν, τώρα τι θες;»
Τσατίζεται ο πατέρας μου που πάντα μίλαγε πάρα πολύ ήρεμα
και υψώνει τον τόνο της φωνής του και της λέει: «Ναι, μόνη της τον πήρε, μόνη
της τον διάλεξε, μόνη της πήρε και την απόφαση να τον χωρίσει. Δεν τον θέλαμε
αλλά τον δεχτήκαμε. Και τώρα που το παιδί μου με έχει ανάγκη και μου απλώνει το
χέρι για βοήθεια, εγώ θα του δώσω μια να πάει παρακάτω; Όχι. Είναι παιδί μου
και θα το βοηθήσω. Πάμε κορίτσι μου, 150.000 δικηγόρους έχει η Αθήνα, δε θα
βρούμε ένα να μας βοηθήσει!»
Αυτός ήταν ο πατέρας μου. Αυτός ήταν ο άνθρωπος που ήταν για
μένα και φίλος και μέντορας και συντροφιά. Σα σήμερα με άφησε. Σα σήμερα, για
οκτώ χρόνια είμαι μόνη. Και όχι μόνο εγώ…
Δεν έχει περάσει μέρα που δε σε σκέφτηκα μπαμπά...