Φρούτο εξωτικό.
Καινούργιο.
Εισαγώμενο.
Ευδοκιμεί σε εύκρατα κλίματα.
Έχει χρώμα φλούο. Ροζ, λαχανί,
πράσινο, γαλάζιο, πορτοκαλί
Φύεται σε μπαράκια, γυμναστήρια,
αθλητικούς συλλόγους.
Και το όνομα αυτού, ποδηλάτης.
Και εξηγούμαι…
…θα ασχοληθώ με ένα θέμα που με
καίει. Κάθε πρωί, ξυπνώ στις πέντε και μισή και φεύγω για τη δουλειά στις έξι
και τέταρτο.
Στο δρόμο έχει κίνηση. Κατανοητό.
Πάει ο κόσμος στη δουλειά του με αυτοκίνητα. Θα μου πεις, κυρά μου, αφού
μπορείς να πας με το μετρό, γιατί παίρνεις το αυτοκίνητο; Πρώτον, γιατί είμαι
παλιοκαπιτάλα του κερατά και θέλω, γουστάρω, κάνω κέφι, να πληρώνω βενζίνη.
Δεύτερον, γιατί ποτέ δεν έχω φύγει στο ωράριο. Δηλαδή ποτέ δεν έφυγα στις
τρεις. Κατά μέσον όρο, φεύγω στις πέντε. Όμως είμαι εξαιρετικά κουρασμένη και δεν
έχω διάθεση να βαδίσω ένα τέταρτο ως το μετρό και μετά ένα τέταρτο ως το σπίτι
μου. Άσε που μέχρι τώρα, στο Σύνταγμα δεν κατέβαινες γιατί ήταν κλειστό λόγω
των διαδηλώσεων.
Το πρόβλημά μου είναι οι
ποδηλάτες.
Καινούργιο φρούτο και αυτό (για
να εξηγήσω και τον τίτλο!).
Σήμερα το πρωί, πήρα το
γερμανούλι και βγήκα στη λεωφόρο Ηλιουπόλεως. Πριν βγεις στο δρόμο που είναι
πριν τη βασιλίσσης Σοφίας, έχει μια ανηφορίτσα και ταυτόχρονα μια στροφή δεξιά.
Ενώ, λοιπόν, περιμένω στο φανάρι,
φτάνει από δεξιά, ένας ποδηλάτης. Φορά κράνος, έχει και μπουκαλάκι με νερό,
λιπαντικό μάλλον δεν είναι, στον άξονα που συνδέει τις δυο ρόδες. Φορά το
ειδικό σορτσάκι των ποδηλατιστών, έχει και τα ακουστικά στα αυτιά και ακούει
και μουσική. Δε σταματά παρά μια στιγμή στο φανάρι, ελέγχει και ξεκινά με
κόκκινο. Καλύτερα σκέφτομαι, γιατί θα έχει φύγει και δε θα έχω το νου μου να
τον προσέχω μην τον εκσφενδονίσω πουθενά…
Ανάβει το πράσινο, ξεκινώ και τον
φτάνω στην ανηφορίτσα. Εν τω μεταξύ, του έχει φύγει το ποδήλατο και ενώ
φουριόζοι οι οδηγοί αυτοκινήτων τον φτάνουμε, αυτός από τελείως δεξιά, για να
μην πέσει, τον παίρνει η ανηφόρα, τον παίρνει η στροφή και μας έρχεται
αριστερά, φρενάρει απότομα ο δεξιός μου, ακόμα πιο αριστερά, φρενάρω εγώ, πιο
ήπια γιατί τον έκοβα από νωρίς τι θα πάθαινε, μπαίνει μεσαία λωρίδα, συνεχίζει
ακάθεκτος την πορεία του στα αριστερά, φρενάρει σα δαιμονισμένος ο αριστερός
μου, εγώ έχω πάρει τη στροφή, είμαι στο επόμενο φανάρι αλλά από τον καθρέφτη
βλέπω τι γίνεται…
Έχει φτάσει ο φλούο τύπος, γιατί
φορά και ροζ φλούο μπλουζάκι για να φαίνεται στο δρόμο, έχει φτάσει λοιπόν,
στην αριστερή λωρίδα, έχει βγει από τη στροφή, σηκώνει το δεξί χέρι και μας
έρχεται δεξιά πάλι. Φτάνει και σταματά στη δεξιά μεριά του δικού μου
αυτοκινήτου. Ελέγχει το δρόμο και δεν περιμένει όπως εμείς οι ανόητοι, αλλά
φεύγει πάλι με κόκκινο και συνεχίζει.
Και αναρωτιέμαι.
Είμαστε στην Ολλανδία που όλα
είναι φλατ και μπορούν οι ποδηλατιστές να κοντρολάρουν το δίτροχό τους;
Έχουμε ποδηλατοδρόμους όπως η Καρδίτσα;
Έχουν πάρει χαμπάρι πως είναι όχι
επικίνδυνοι, αλλά σκοτώστρες όχι μόνο για τους εαυτούς τους αλλά και για μας
που οδηγούμε αυτοκίνητα;
Θες να αυτοκτονήσεις ρε φίλε,
διάλεξε έναν άλλο τρόπο. Γιατί πρέπει να με χώσεις μέσα με τη μαλακία που σε
δέρνει;
Με ρώτησες εμένα αν με ενοχλείς;
Πάρε το σκατοποδήλατό σου και κάνε διαδρομές εύκολες. Πήγαινε και κάνε ποδήλατο
όπου δεν έχει ανηφόρες. Όπου δεν έχει κίνηση.
Και που πας ρε μαλάκα στις έξι
και τέταρτο το πρωί;
Στη δουλειά σου;
Με τι;
Με το
σορτσάκι που έχει μαξιλάρι στον κώλο και τα αχαμνά σου;
Με το φλούο ροζ
μπλουζάκι;
Χωρίς τίποτα;
Μόνο με το κινητό και τις μουσικές των Άνδεων;
Φτάνεις
στη δουλειά ιδρωμένος;
Να ζέχνεις σαν παλιάλογο και να μη σε πλησιάζει άνθρωπος; (γιατί την
ανηφόρα δεν τη βγάζεις χωρίς να ιδρώσεις)!
Όχι. Πας βόλτα. Και βγήκες, ρε
ηλίθιε στις έξι και τέταρτο το πρωί να πας βόλτα, όταν όλοι οι νορμάλ άνθρωποι,
μισοξυπνισμένοι, χωρίς μια στάλα καφέ να ανοίξει το γκαβό μας, πάμε να βγάλουμε
τον επιούσιο;
Τράβα Σάββατο πρωί στην παραλιακή
να κάνεις βόλτα που μου έκατσες μπροστά να με στείλεις καρφί στο αεροδικείο!
Που νομίζεις ότι βρίσκεσαι; Σε
ιδανική κοινωνία με ιδανικούς δρόμους; Με ιδανικούς οδηγούς; Με τέλεια συντηρημένα αυτοκίνητα;
Είσαι στην Αθήνα του 2012, με
τους ανασφάλιστους οδηγούς, με τους αγουροξυπνημένους οδηγούς. Με ανηφόρες. Με
κατηφόρες. Με οδηγούς χωρίς δίπλωμα (μου έτυχε, με τράκαρε αλβανάκι χωρίς
δίπλωμα και φυσικά πλήρωσα μόνη μου τις ζημιές, αυτό έφυγε μόλις κάλεσα την
αστυνομία, ευτυχώς είχα συγκρατήσει αριθμό κυκλοφορίας), με μεθυσμένους που
γυρνούν από κέντρα διασκέδασης.
Ωραία η μόδα σας, ωραία η άσκησή
σας, αλλά σε όλα πρέπει να υπάρχει λογική. Δε θα βγεις να ασκηθείς στις έξι που
πάει ο κόσμος στη δουλειά να τον καθυστερείς για να κάνεις εσύ τον καμπόσο στα
ξέκωλα το βράδυ.
Πήγαινε σε μέρη χωρίς κίνηση.
Πήγαινε σε ώρες χωρίς κίνηση.
Πας και δίνεις ρε καραγκιόζη του
κόσμου τα λεφτά να πάρεις ένα ποδήλατο που το μόνο που θα κάνεις με αυτό είναι
να βγεις μερικές μέρες στο δρόμο και μετά από συνεχή φασκελώματα, δυο τρία παρ’
ολίγον χτυπήματα, να το βγάλεις στη βεράντα και να μην το ξαναχρησιμοποιήσεις.
Ποιον κοροϊδεύεις; Για φιγούρα το
κάνεις. Άσε λοιπόν, τις φιοριτούρες, πάρε το τουτού σου και άντε στη δουλειά
σου γιατί δε σου χρωστάμε τίποτα εμείς οι πραγματικοί οδηγοί.
Τη Δευτέρα που πήγαινα στη δουλειά,
ανοίγω την πόρτα του οδηγού ενώ ήμουν σταματημένη στο φανάρι και παραλίγο να
χτυπήσω ένα ποδηλάτη που ήταν στο χώρο μεταξύ μεσαίας και αριστερής λωρίδας και
πήγαινε και γρήγορα. Θα μου πείτε και πολύ λογικά, γιατί άνοιξα την πόρτα. Και
μάλιστα στη μεσαία λωρίδα. Για να ξεράσω. Στην αριστερή λωρίδα ήταν μια κοπέλα
μέσα σε ένα μαύρο RAV 4
που καθάριζε τη μύτη της, έβγαλε μια μύξα ναααα και την έφαγε. Άνοιξα
και εγώ την πόρτα και έκανα εμμετό. Έβγαλα τα σωθικά μου. Σημειωτέων ότι
κατέβηκε και ήρθε να δει μήπως θέλω βοήθεια. Την έβλεπα και ξερνούσα
περισσότερο. Ακόμα και τώρα που γράφω, μου γυρνάνε τα εντόσθια!!!