Και επειδή
όπως λέει και η σοφή παροιμία: ο λύκος και αν εγέρασε και άσπρισεν το μαλλί
του, ούτε τη γνώμη άλλαξε ούτε την κεφαλή του, θα συνεχίσω να γκρινιάζω.
Χάθηκα σε μια
περιοχή που δε γνωρίζω. Επειδή έχω αίσθηση προσανατολισμού, ήξερα πως έπρεπε να
στρίψω κάπου δεξιά. Έλα όμως που δεν ήξερα που θα μπορούσα να στρίψω. Οι
πινακίδες ήταν όλες μα όλες ρε παιδιά,
γεμάτες αυτοκόλλητα και δεν ήξερα αν επιτρέπεται ή όχι. Κοιτούσα να δω
αν τα αυτοκίνητα είναι με τη μούρη όλα για να καταλάβω αν είναι μονόδρομος ή
αμφίδρομος ο δρόμος, αλλά μπα! Πινακίδα υπήρχε. Αλλά τι να έλεγε; Κανείς δε
γνωρίζει…
Το ρισκάρω και
στρίβω.
Μονόδρομος και από την αντίθετη κατεύθυνση. Έρχεται ο θείος με το
μουστάκι και το προϊστορικό φόρντ, είναι μπροστά μου, είχε στρίψει αριστερά και
μπήκε στο δρόμο που ήμουν εγώ. Μουλαρώνει, βγαίνει από το αυτοκίνητο, έρχεται
δίπλα μου, κατουρήθηκα από το φόβο μου, κατεβάζω λίγο το παράθυρο και αρχίζει
να με βρίζει. Του εξηγώ ότι χάθηκα, δε χαμπαριάζει. Ότι δε φαίνεται η πινακίδα
και για αυτό είμαι παράνομη. Τίποτα ο μπάρμπας. Εξηγήστε μου πως θα βγω στον
κεντρικό δρόμο και θα φύγω. Απτόητος. Το τί άκουσα; Το τί άκουσα!!! Τι ότι δεν
κάθομαι σπίτι να πλύνω κανένα πιάτο, τι το ότι πήρα μια μπε εμ βε και κάνω
βόλτες. (Λες και δεν είχα καλύτερο να κάνω από το να κόβω βόλτες στην
κωλοπεριοχή του Κυριακή ξημερώματα Δευτέρας!). Τι να πιάσω κάτι άλλο (το
πιάσατε το υπονοούμενο) από το να πιάνω το τιμόνι. Απηδήχτου και απάρτου γωνία
ο τύπος με το μύστακα και το νύχι στο μικρό δακτυλάκι. Αυτός έλεγε, εγώ πήγαινα
να μιλήσω αλλά δε με άφηνε. Ώρα τέσσερις και μισή τα ξημερώματα τώρα αυτά. Με
τα πολλά, με ανάγκασε να κάνω όπισθεν
κοντά πεντακόσια μέτρα για να βγω στο δρόμο ενώ αυτός θα έκανε πίσω δέκα
μέτρα και θα περνούσα. Βγήκαμε σε άλλο δρόμο, με μούτζωσε (δε θα ματιάζομαι)
και έφυγε. Ξαναπροσπαθώ να βγω σε κάποια λεωφόρο, ματαχάθηκα, τέλος έφτασα σε
μια και μπροστά έχει μια διχάλα.
Παρακάτω πάλι
διχάλα. Ξανά μανά τα ίδια. Αριστερά χαμένη, ξαναγυρνώ με αναστροφή στη δεύτερη διχάλα.
Πάω δεξιά. Μπλέκομαι μέσα σε διάφορα τετράγωνα με πολυκατοικίες. Εδώ δεν είχε
όχι σήμανση, αλλά ούτε φώτα. Πάω από δω, στρίβω από κει, βγαίνω κάπου σχετικά καλά.
Φώτα, σήμανση, φανάρια.
Ουάου, είμαι
πίσω στον πολιτισμό. Πάω όπως βλέπω μακριά έναν ταρίφα, παρντόν έναν ταξιτζή.
Αλλά ο ταξιτζής στρίβει αριστερά, πάω και εγώ και βρίσκομαι πάλι στον αρχικό
δρόμο που έχει εργοστάσια δεξιά και αριστερά χωράφια. Πίσω μου όμως έρχεται ένα
μικρό μπλε με λεντ στο καπώ. Ανάβω φλας για αριστερά να ξαναβγώ σε κάποιο άλλο
δρόμο. Κάνω απόσταση δυο τριών χιλιομέτρων, στρίβω.
Τώρα η ώρα είναι πέντε και
μισή. Έχω χαθεί και στις επτά πρέπει να είμαι και στο νοσοκομείο για δουλειά…
Μπαίνω σε μια
περιοχή σχετικά καλή. Βγαίνω ούτε και ξέρω που. Παίρνω τηλέφωνο για οδηγίες.
Περιγράφω τι βλέπω, πως λένε την οδό, δεν ξέρουν να μου δώσουν οδηγίες.
Σταματώ σε ένα
φανάρι. Μαντέψτε. Μπροστά διχάλα. Και δεν έχω ξαναπεράσει από κει. Με τα πολλά
βγαίνω δεν ξέρω πως, στην κεντρική λεωφόρο της Πετρουπόλεως. Εγώ στον Αγιο
Στέφανο ήμουν. Τώρα πως βρέθηκα εκεί, δεν ξέρω! Έχω περάσει αερογέφυρες, έχω
περάσει ποτάμια, έχω περάσει σκοτεινιές, τα είδα όλα.
Είμαι στο
φανάρι και δεν ξέρω πώς να πάω. Η ώρα είναι έξι και τέταρτο. Βάλτε με το μυαλό
σας τώρα πόση ώρα περιπλανιόμουν. Ευτυχώς είχα βενζίνη και ωραία μουσική. Ταγκό
και βάλς στο σιντί. Ξαναπαίρνω τηλέφωνο για οδηγίες. Πρότεινε ό άνθρωπος να
έρθει να με οδηγήσει στο κέντρο. Αλλά μέχρι να έρθει θα πήγαινε η ώρα
τουλάχιστον επτά παρά. Θα αργούσα.
Βλέπω ένα
αυτοκίνητο να πλησιάζει. Ανάβω αλάρμ, βγάζω το χέρι και του κάνω νόημα να
σταματήσει. Σταματά και… είναι μια υπαξιωματικός από το ΓΝΑ που πάει για
δουλειά και με ξέρει.
-Προϊσταμένη,
τι κάνετε εδώ;
-Χάθηκα
κορίτσι μου, πως θα βγω στο κέντρο της Αθήνας;
-Ακολουθήστε
με. Και εγώ στο ΓΝΑ πάω.
Και την
ακολούθησα. Βάλτε με το μυαλό σας τι θα σκέφτηκε η κοπέλα για μένα που ξέρει
και που μένω, γιατί έχει έρθει με το παλιό μου τμήμα στο σπίτι μου…
Αυτά, με τούτα και με κείνα, χάλασε
και το σιντί στο αυτοκίνητο και δε ρουφάει το σιντί. Και είναι και clarion, το είχα πληρώσει και 400 ευρώ.
Τώρα πρέπει να πάω για καινούργιο. Σιχτίρ…