…σοφή ελληνική παροιμία.
Και έτσι έπαθα.
Όταν έπεσα στο νοσοκομείο, έριξα
κάτω την τσάντα μου που ως αξιοπρεπής γυναίκα είναι σαν το τσαντάκι του σπορτ
μπίλι! Μέσα, λοιπόν, είχε και ένα μπουκάλι άρωμα. Το οποίον έσπασε. Όλα τα
συμπράγκαλα της τσάντας μοσκοβολάνε αλλά εγώ είχα μείνει με ένα μόνο μπουκάλι
άρωμα και αυτό είχε μόνο δυο δάκτυλα μέσα… και στο μπάνιο του σπιτιού μου.
Πέρασαν δέκα μέρες, τέλειωσε το
άρωμα.
Σήμερα που η μάδερ ήταν πολύ καλύτερα
την άφησα μετά του υιού μας (μεσιακό τον έχουμε) και είπα να πάω στο Hondos να
πάρω την οργάντζα μου!!!
Αλλά όποιος βαριέται, πολλά καλά
στερεύεται! Έτερη ελληνική παροιμία. Γιατί βαρέθηκα να πάω στην Ομόνοια και
αφού ήμουν κοντά, πήγα στο Hondos
της Νέας Σμύρνης.
Κάνω μια αρχική βόλτα με το
τουτού να δω που στο καλό είναι, γιατί μόνο ακουστά τον είχα τον μίστερ Hondos της περιοχής, ψάχνω
για να σταθμεύσω, δε βρίσκω και αρχίζω τις βόλτες για να δω που θα αφήσω το
γερμανό. Αφού έχω γυρίσει όλα τα σοκάκια της περιοχής πίσω από το Hondos και έχω φάει και μια
ώρα, ρωτώ έναν περαστικό αν υπάρχει πουθενά εκεί ένας σταθμός αυτοκινήτων. Μου
δίνει ο άνθρωπος οδηγίες πως θα πάω, το βρίσκω, αφήνω το αυτοκίνητο.
Παίρνω και το χαρτάκι μου που
γράφει 18:21, το βάζω στην τσάντα μου και παίρνω την ανηφόρα για το Hondos. Φτάνω καταϊδρωμένη
και βιαστική γιατί είμαι και άυπνη.
Το μαγαζί άδειο. Όταν λέω άδειο
εννοώ από πελάτες άδειο. Μόνο οι πωλήτριες μέσα. Αλλά αυτές πέταγαν χαρταετό!
Με όλη τη σημασία της λέξεως. Μιλούσαν μεταξύ τους. Καμιά άλλη πελάτισσα μέσα.
Απολύτως καμιά. Κανονικά έπρεπε να με κυνηγάνε να μου κάνουν αέρα, όχι να με
αγνοούν. Αλλά άμα δεν ήταν τόσο άχρηστες δε θα βαρούσανε μύγες! Τέλος πάντων
βρίσκω το σταντ της Givenchy,
κοπέλα πουθενά. Ρωτώ μια άλλη που ήταν παραδίπλα, έρχεται βαριεστημένα στο
σταντ που καθόμουν και με το βλέμμα ψάχνει να βρει την κοπέλα του Givenchy, η οποία είναι
άφαντη. Με ρωτά τι θέλω. Την Organja,
της λέω. Χωρίς να δει πίσω της, μου λέει, τέλειωσε. Κορίτσι μου, της λέω, έχει
120 ευρώ, πόσες θα δώσουν τόσα χρήματα και τέλειωσε; Ε τέλειωσε γιατί έχουμε
εκπτώσεις. Με 35% έκπτωση, θα πάει κορίτσι μου γύρω στα 80 ευρώ, όλες organja αγόρασαν
σήμερα; Περάστε την άλλη εβδομάδα που θα το έχουμε. Και έφυγε και πήγε στο
σταντ της.
Γύρισα και έφυγα.
Τα νεύρα μου τσατάλια. Έφαγα μέσα
στη ζέστη με 37 βαθμούς μια ώρα στο ψάξιμο χώρου στάθμευσης, περπάτησα τέσσερα
τετράγωνα στην ανηφόρα και το αποτέλεσμα ήταν να μου πουν να περάσω την άλλη
εβδομάδα! Έχω κάνει βολβοστροφή και γυαλίζει το μάτι μου και θυμάμαι πως δεν
έχω ψιλά για να πληρώσω το πάρκινγκ!
Βλέπω ένα μαγαζί με τυρόπιτες και
μπαίνω μέσα. Ανοίγω το ψυγείο και ο ιδιοκτήτης, ευγενέστατος με ρώτησε τι
ήθελα. Τίποτα του λέω, να χαλάσω 20ευρω για το πάρκινγκ και θα πάρω μια
πορτοκαλάδα. Θα σας το χαλάσω έτσι, κυρία μου. Όχι βέβαια του λέω, θα σας πάρω
τα ψιλά για το τίποτα; Ένα ευρώ θέλω για να δώσω στο σταθμό. Έξι λεπτά λείπω…
Για να πληρώσετε ένα ευρώ, πρέπει να έχετε και απόδειξη τουλάχιστον τριών ευρώ
από κατάστημα της περιοχής, μου λέει ο άνθρωπος και μου δίνει και μια απόδειξη
με 3,20 ευρώ. Να σας πληρώσω το ΦΠΑ του λέω. Όχι κυρία μου, δε χρειάζεται.
Με σκλάβωσε ο άνθρωπος. Το μαγαζί
του λέγεται «Σμύρνης Μικρογεύσεις» και σας παρακαλώ όταν πάτε στη Νέα Σμύρνη
και πεινάσετε, να πάρετε από εκεί το σνακ σας!
Εξυπηρετικότατος, ευγενέστατος,
κύριος!
Μακάρι να ήταν έτσι και οι
υπάλληλοι στο Hondos!
Πάω να πληρώσω, με επτά λεπτά που
έλειψα, δε μου πήρανε χρήματα, έφυγα τζάμπα!
Λέω, αφού έφαγα τη ζέστη, ας πάω
στο Hondos στη λεωφόρο
Βουλιαγμένης. Τρώω την κίνηση, φτάνω, έχει κλείσει… όχι γιατί πέρασε το ωράριο,
γιατί έκλεισε η επιχείρηση εκεί. Φτου!!!
Άντε τώρα πρωί πρωί στο
Ισλαμαμπάντ, δηλαδή στη δική μας Ομόνοια, να ψωνίσω…
Αυτά, θα κοιμηθώ να ηρεμήσω…
Φιλούθια!