Ω ναι,
πέρασα 20 ημέρες στην πόλη του φωτός. Ο υιός έπρεπε να τακτοποιηθεί στη νέα
πόλη, να φτιάξει το σπίτι και όλα τα σχετικά μιας μίνι μετακόμισης…
Και δίνει
ο Θεός και φτάνουμε αισίως την 15η Αυγούστου στο Ορλύ. Με τέσσερις
βαλίτσες, κατάκοποι, γιατί πετούσαμε νωρίς το πρωί, χωρίς καφέ, γιατί από τις τέσσερις
τα ξημερώματα, περνά ως τις δώδεκα το μεσημέρι η δράση της καφεΐνης, δεν
προσφέρουν και καφέ στην easyjet, και
είναι τα πάντα κλειστά.
Όταν λέω
τα πάντα, εννοώ τα πάντα, σούπερ μάρκετ, φούρνοι, εστιατόρια, γιατί δε μέναμε
και στην καρδιά του Παρισιού, μέναμε
λίγο παραέξω…
Έχει φτάσει
η ώρα πέντε το απόγευμα να τακτοποιηθούμε στο δωμάτιο, και ψάχνουμε
απελπισμένοι να βρούμε κάτι να τσιμπήσουμε, ένα σάντουϊτς, ένα χάμπουργκερ, ένα
αγριογούρουνο βρε αδερφέ, αλλά φευ, όλα κλειστά…
Πέρα από
την πλάκα, αν εξαιρέσεις την πείνα, η περιοχή ήταν φανταστική, μεγάλοι δρόμοι,
πρασιές, άλση, πάρκα, ωραία ήταν. Και στάσεις λεωφορείου παντού με ηλεκτρονική
πινακίδα που σου λέει σε πόση ώρα θα φτάσει το επόμενο λεωφορείο και ποιος
είναι ο προορισμός του. Η πρώτη εντύπωση από το Παρίσι ήταν πολύ θετική. Μόνο που
λόγω της ημέρας, τα δρομολόγια ήταν εξαιρετικά αραιά…
Βλέπουμε
την πινακίδα, σε 45 λεπτά θα ερχόταν το λεωφορείο, ας περπατήσουμε λέμε και το
παίρνουμε στην επόμενη στάση, 45 λεπτά περπάτημα και φτάσαμε δυο μόνο στάσεις
πριν το μετρό. Και το εισιτήριο 2 ευρώ για τον καθένα. Φτάνουμε στο μετρό, άλλα
δυο ευρώ ο καθείς, και μπαίνουμε στο βαγόνι, γεμάτο σκουπίδια από φαγητό.
Και ο
σταθμός να μυρίζει κατρουλήλες… δεν πειράζει, λέμε, είναι προάστιο και είναι
χαλαροί στο θέμα αυτό. Μπα… φτάνουμε στο σταθμό που βγαίνοντας είσαι τσακ στην
Παναγία των Παρισίων. Αλλά εκείνη τη
μέρα είχε λειτουργία γιατί ήταν της Παναγίας η γιορτή. Και ο δρόμος
είναι αποκλεισμένος. Γύρω γύρω από την εκκλησία και για δυο τετράγωνα αποκλεισμένος
ο δρόμος και γεμάτο τετράδες αστυνομικών και στρατού με τα όπλα και όχι να
πέφτουν χαλαρά, αλλά με το δάκτυλο στη σκανδάλη.
Αλλά τα
μαγαζιά ανοιχτά. Και βρίσκουμε ένα φαγάδικο και καθόμαστε τον πονεμένο πισινό μας
και τα ταλαιπωρημένα πόδια μας να στυλωθούμε με το φαγητό. Πανάκριβο!!! Το χάμπουργκερ
ταρίφα, 15,40 ευρώ παντού. Μια μίνι πίτσα και μια υποψία κρέπας με κοτόπουλο,
35
ευρώ. Και νερό να μη σου φέρνουν. Παίρνουμε δυνάμεις και πάμε μια βόλτα
τριγύρω.
Ας καθίσουμε,
λέμε, να πιούμε έναν καφέ για να πάρουμε δυνάμεις για το γυρισμό. Ωραίο το
καφέ, νόστιμος ο καφές, νερό δε… Ζητάμε νερό και μου φέρνουν νερό σε ποτήρι που
στην Ελλάδα το λέμε κρασοπότηρο. 8,5 ευρώ ο καφές και 3 ευρώ ο χυμός κράνμπερι.
Συνεχίζουμε τη βόλτα και επιστρέφουμε στο δωμάτιο.
Όταν φύγαμε
η ζέστη και ο ήλιος ήταν αφόρητα, μέχρι να φτάσουμε στην Παναγία των Παρισίων,
έριχνε τέτοια βροχή που τη χαρακτηρίζεις μπόρα… βραχήκαμε, αλλά σε 10 λεπτά
ξαναβγήκε ο ήλιος και μας στέγνωσε. Μέχρι να φτάσουμε στην έδρα μας, έβρεξε δυο
φορές. Γυρίσαμε πτώματα. Και πέφτουμε για ύπνο.
Την επομένη
λέμε ας πάμε μια βόλτα στο Παρίσι να το δούμε. Που θα πηγαίναμε; στον πύργο του
Άιφελ! Αλλά πριν πάμε, φροντίσαμε να βγάλουμε εβδομαδιαίες κάρτες μετακίνησης
με τα μέσα μαζικής μεταφοράς, γιατί δε συνέφερε. Την προηγουμένη είχαμε χαλάσει 20 ευρώ, 20 ευρώ είχε και η
εβδομαδιαία. Φτάνουμε στον πύργο και περιμένουμε γύρω στη μιάμιση ώρα για να
περάσουμε τον έλεγχο να μπούμε στο πάρκο, και κανένα δίωρο περιμέναμε για να
βγάλουμε εισιτήριο για τον πύργο. Ο ήλιος να βαράει και η ορθοστασία να μου
κάνει το πόδι πεπόνι από το οίδημα, (δεν έχει ξεπρηστεί ακόμα από το διάστρεμμα),
και αποφασίζουμε να πάμε μια άλλη βόλτα και να έρθουμε άλλη μέρα για να
ανέβουμε στον πύργο.
Ανεβήκαμε
στο Τροκαντερό, περπατήσαμε, καφέ δεν είχαμε πιεί, ψάχνουμε για καφέ και κάτι
να τσιμπήσουμε. Βλέπουμε κόσμο να περιμένει σε ουρές έξω από ένα μαγαζί με καφέ
και κάτι να τσιμπήσουμε, λέμε καλό θα είναι για να περιμένει τόσος κόσμος,
μπαίνουμε στην ουρά. Ποικιλία φαγητών που τα έβλεπες και τα έπαιρνες και
πήγαινες στο τραπεζάκι σου να φας, να πιείς, να ξεκουραστείς και οι τιμές
λογικές, για Παρίσι πάντα. Γιατί το αναφέρω; Γιατί εκεί που ήταν τα φαγητά,
περπατούσαν πάνω τους σφήκες!!! Και οι γάλλοι δεν ενοχλούνται. Τα τρώνε
κανονικά… φύγαμε. Πήγαμε κάπου που τουλάχιστον δε θα το έχουμε δει το θέαμα. Θα
τρώμε χωρίς να ξέρουμε τις συνθήκες.
Αλλά με
τον καφέ και το νερό που είχαμε από το
πρωί πάρει από σούπερ μάρκετ, θες να κατουρήσεις, και οι
τουαλέτες είναι 80 x 80 εκατοστά.
Δεν κάνω πλάκα… ή δεν έχουν καθόλου τουαλέτες στα μαγαζιά. Περπατήσαμε, φάγαμε βροχή, πήραμε λεωφορεία, μετρό, πάλι βροχή, αγοράσαμε μια ομπρέλα γιατί τη δική μου την είχα αφήσει στο δωμάτιο. 15 ευρώ η ομπρέλα… και από σούπερ μάρκετ!
Σε γενικές
γραμμές το Παρίσι που δεν έχει βομβαρδιστεί ποτέ, είναι ωραίο, με κτήρια
χτισμένα στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, με δρόμους μεγάλους, περπατώντας σε
κάθε τετράγωνο έχει κάτι όμορφο να δεις, μια εκκλησία, ένα μουσείο, ένα πάρκο,
αξίζει να το περπατήσεις, οι γέφυρες είναι παλιές πέτρινες, με σχέδια, πολύ γραφικές,
ο Σηκουάνας πρασινοκαφέ, δε μυρίζει, αλλά δεν είναι και να βουτήξεις το πόδι
σου μέσα.
Γύρω γύρω
στις όχθες του, όταν, όταν λέω, έχει ήλιο, οι παριζιάνοι την αράζουν για
ηλιοθεραπεία!
Με μαγιώ ή και χωρίς αυτό.
Ολόγυμνοι… και φιλόζωοι, όλοι με ένα σκυλάκι στο χέρι που όμως δε μαζεύουν τις ακαθαρσίες
τους, βέβαια, λόγω των πολλών πάρκων, δε βλέπεις πολλές ακαθαρσίες σκύλων στους
δρόμους, αλλά βλέπεις… Και ποδήλατα. Πολλά ποδήλατα και ποδηλατόδρομοι, οι οδηγοί
δίνουν πάντα προτεραιότητα στους πεζούς και τους ποδηλάτες. Μην πατήσεις πόδι
στο δρόμο, τα αυτοκίνητα και πράσινο να έχουν στο φανάρι, σταματούν να
περάσεις. Σε καταϋποχρεώνουν!
Στους δρόμους
δεν έχει πουθενά κάδους σκουπιδιών. Μόνο κάτι μικρές σακούλες σε μεταλλικούς
κρίκους που αν θες πετάς μέσα ένα χαρτομάντηλο… σκουπίδια στους δρόμους δεν
είδα, αλλά γόπες… πολλές γόπες! Μπορεί το πακέτο τα τσιγάρα να έχει 10 ευρώ το
πακέτο αλλά οι γάλλοι καπνίζουν αρειμανίως! Και παντού. Και καπνίζουν και πούρα
που βρωμάνε! Παντού έχει wifi, που
οι γάλλοι λένε γουί φί και γέλαγα κάθε φορά που το άκουγα. Στα μαγαζιά σου
δίνουν τον κωδικό αμέσως.
Δε μιλάνε
αγγλικά. Μόνο στην γκαλερί Λαφαγιέτ όλοι μιλούσαν αγγλικά. Παρένθεση: στο
κατάστημα της Luis
Vuitton, όλες
οι κοπέλες και στα κεντρικά και σε όλα τα υποκαταστήματα, είναι Ασιάτισσες και μιλάνε
οπωσδήποτε, γαλλικά, αγγλικά, μια ασιατική γλώσσα και άλλη μια! Δηλαδή τέσσερις
γλώσσες για να γίνεις πωλήτρια! Οι τιμές στις τσάντες τους, είναι πολύ πιο
προσιτές απ’ ότι εδώ ή στο Λονδίνο!
Και το
κερασάκι στην τούρτα! Στο μετρό της ελάχιστοι σταθμοί έχουν ανελκυστήρες ή
κυλιόμενες σκάλες. Π.χ. στη Μονμάρτρη, ανεβαίνεις 500 σκαλιά για να βγεις στην
επιφάνεια του εδάφους και να περπατήσεις. Πολύ σκάλα παιδιά, ο κώλος μου πρέπει
να ανέβηκε 3 εκατοστά από τα σκαλοπάτια που ανέβηκα. Πολύ σκαλί… και οι
κυλιόμενες χαλασμένες και δεν τις φτιάχνουν γιατί αμέσως τις χαλάνε με το να
σφηνώνουν διάφορα πράγματα στα σκαλιά. Οπότε τις ανεβαίνεις σαν κανονική σκάλα…
και άλλη παρένθεση: όταν κουβαλήσαμε τα πράγματα στην εστία, πήραμε τις τρεις
βαλίτσες που είχαν πράγματα του παιδιού, εγώ κράταγα τη μικρή, ο υιός τις δυο
μεγάλες. Να τον δεις να ανεβάζει τις δυο βαλίτσες στις σκάλες σα να ήταν
πούπουλο, και να σκεφτείς πληρώσαμε και 80 ευρώ υπέρβαρο στο αεροδρόμιο για
αυτές τις δυο, γιατί ήταν 24 κιλά η μία! Τον θαύμασα αλλά με την κούραση που
είχα, δε σκέφτηκα να τον βγάλω φωτό.
Οι γάλλοι
δεν κάνουν μπάνιο και δε σιχαίνονται. Να βλέπεις σε καταστήματα μια κυρία
περιποιημένη, καλοντυμένη, βαμμένη προσεκτικά, χτενισμένη σε κομμωτήριο, και να
πλησιάζεις και να σε πιάνει μια μασχαλίλα, να θες να ξεράσεις… Βλέπεις μάνα με
παιδιά, να του πέφτει η πιπίλα στο δρόμο που περπάτησαν ορδές, σκύλοι, γάτες
και δεν ξέρω γω τί, και να του τη δίνει κανονικά χωρίς να την ξεπλύνει με
νερό. Τους πέφτει το σάντουιτς στο
πεζοδρόμιο, και το σηκώνουν και το τρώνε κανονικά, ούτε να το φυσήξουν. Σα να
μην έπεσε και κάθισε στο πεζοδρόμιο κανονικά!!! Έπαθα ένα πολιτισμικό σοκ με
κάτι τέτοια.
Στα καταστήματα
των σούπερ μάρκετ, δεν έχει ψυγεία, αλλά έχει πολύ, πάρα πολύ, χαμηλή
θερμοκρασία. Η μια μπριζόλα η χοιρινή, άψητη, στο σούπερ μάρκετ, έχει 5,70 ευρώ
και είναι και μικρή. Μια-μια οι
μπριζόλες πωλούνται. Για να φας μπριζόλα σε εστιατόριο, θες τουλάχιστον 25
ευρώ. Ένα ποτήρι κρασί έχει 12 ευρώ. Αλλά
κάνουν happy
hours από τις πέντε το απόγευμα ως τις δέκα το βράδυ
με 5 ευρώ και εκείνη την ώρα όλα τα μπιστρό είναι γεμάτα με παρέες που παίρνουν
μόνο από ένα ποτήρι κρασί. Και κάθονται πέντε ώρες και γελάνε με ένα ποτήρι
κρασί! Δεν αγοράζουν σακούλες από τα σούπερ μάρκετ, και ας έχουν 6 λεπτά η μία
και είναι για να τις χρησιμοποιείς πολλές φορές. Μερικοί που έχουν να ψωνίσουν
πολλά πράγματα, φέρνουν βαλιτσάκια ή καρότσια σαν και αυτά που εδώ έχουμε για
τη λαϊκή, αλλά οι περισσότεροι τα κρατάνε στο χέρι. Μπήκε στο λεωφορείο κυρία
που κράταγε ένα πακέτο μακαρόνια, σακουλάκι με τυρί, κέτσαπ και μια εξάδα χαρτί
υγείας στα χέρια της. Βλέπεις παλικάρια σαν τα κρύα τα νερά να επιστρέφουν
σπίτι τους από τη δουλειά και να έχουν στα χέρια δυο κουτιά ταμπόν, ένα πακέτο
σερβιέτες, μια ντάνα χαρτί υγείας. Έριξα το γέλιο της αρκούδας. Εντάξει για τις
συντρόφους τους τα παίρνανε, αλλά βάλτα ρε φίλε σε μια τσάντα!
Δε βλέπεις
μητέρες με παιδιά κάτω από τα 35 χρόνια. Και πολλά δίδυμα και τρίδυμα. Μάλλον οι
εξωσωματικές είναι σχετικά φτηνές στη Γαλλία. Οι γυναίκες τεκνοποιούν σε
μεγαλύτερη ηλικία.
Οι γάλλοι
είναι εξαιρετικά φιλέλληνες. Μόλις ακούν ελληνικά σου χαμογελούν, ρωτούν για τη
ζωή εδώ, σου πιάνουν κουβέντα χωρίς να υπολογίσουν πως είσαι ξένος και μας αντιμετωπίζουν
πολύ φιλικά. Δεν μπορώ να πω πως και τις άλλες φυλές τις αντιμετωπίζουν το ίδιο.
Ειδικά αν είσαι μελαχροινός ή μαύρος στο δέρμα. Είναι ρατσιστές. Βέβαια έχουν
και τα δίκια τους. Στις 20 μέρες που ήμουν στο Παρίσι, 4 περιστατικά βίας και
τρομοκρατίας συνέβησαν απλά δεν τους έδωσαν έκταση. Ένα το είδατε και εδώ στην Ελλάδα,
αλλά δε μάθατε την κατάληξη, τον τύπο στον πύργο τον σκότωσαν με συνοπτικές
διαδικασίες. Ήμασταν εκεί με το παιδί, αλλά δεν το είπαμε στη μαμά για να μην
πάθει ταράκουλο…
Τί βραδιά
εκείνη! Κλείσανε όλους τους σταθμούς του μετρό γύρω από τον πύργο, κόψανε την
κυκλοφορία, ήταν βράδυ, άρχισε και να βρέχει, ρίξαμε το περπάτημα της αρκούδας,
είχαμε ομπρέλα αλλά και πάλι έφτασα στο δωμάτιο με μαλλί σαν της Ντόννα Σάμερ! Και
κατάκοποι γιατί ψιλοχαθήκαμε μέχρι να βρούμε μετρό από τους μη αποκλεισμένους
δρόμους. Αλλά εντάξει. Μαθαίνεις να ζεις με κάτι τέτοια.
Πολύ ακριβά
τα πάντα. Για να νοικιάσεις σπίτι, πρέπει να φέρεις αποδεικτικό μισθού, δεν
μπορείς να νοικιάσεις σπίτι αν υπερβαίνει το ενοίκιο το 1/3 του μισθού σου. Την
ίδια γραβάτα, ίδια μάρκα, ίδιο ύφασμα, από τα κεντρικά του Βάρδα στην Αθήνα την
πήρα 45 ευρώ, στο Παρίσι την ίδια γραβάτα σε άλλο χρώμα την πήρα 78 ευρώ! Μια κούπα
απλή, 8 ευρώ, όλα 50% πάνω (το λιγότερο) απ’ ότι εδώ.
Πολλοί
άστεγοι. Κοιμούνται σε εσοχές κτηρίων, κάτω από τις γέφυρες του Σηκουάνα, στα
πάρκα και στα παγκάκια. Επαίτες παντού, στις
γωνίες των δρόμων, έξω από μουσεία και αξιοθέατα, στα λεωφορεία και τα μετρό. Δεν
μπήκα σε λεωφορείο ή βαγόνι και να μην έρθει ένας να μοιράζει χαρτιά για να του
δώσεις χρήματα, να παίζει ένα όργανο και να ζητάει λεφτά, ή να περνά και να
ζητιανεύει από τον καθένα ξεχωριστά. Αλλά οι γάλλοι, δε δίνουν μία! Εγώ είχα
ένα σάντουιτς στην τσάντα μου μια μέρα και όταν είπα δε μιλώ γαλλικά, ο τύπος
μου έκανε νόημα για χρήματα για να φάει, του δίνω το σάντουιτς και άρχισε και
με έβριζε. Το σάντουιτς τυλιγμένο από το φούρνο με το χαρτί του κανονικά στο
κουτί!
Υγρασία.
Πολύ υγρασία.
Αυτά. Αν
θυμηθώ κάτι άλλο, θα σας ενημερώσω εκ νέου!
Φιλιά!